Would you like to inspect the original subtitles? These are the user uploaded subtitles that are being translated:
1
00:00:02,000 --> 00:00:07,000
0
2
00:00:08,000 --> 00:00:13,000
1
3
00:00:24,666 --> 00:00:26,333
Οι παρακάτω τηλεταινίες
4
00:00:26,416 --> 00:00:30,833
γυρίστηκαν και υλοποιήθηκαν
εξ ολοκλήρου στο Ηνωμένο Βασίλειο
5
00:00:30,916 --> 00:00:32,875
για το Channel 7, μεταξύ 1978 και 1981.
6
00:00:32,958 --> 00:00:34,166
Δεν έχουν προβληθεί ξανά
7
00:00:34,250 --> 00:00:36,375
μετά την αρχική τους μετάδοση.
8
00:00:43,750 --> 00:00:44,625
Ναι.
9
00:00:45,583 --> 00:00:48,750
Να 'μαστε, στην καλύβα όπου γράφω.
10
00:00:50,000 --> 00:00:52,875
Βρίσκομαι εδώ 30 χρόνια τώρα.
11
00:00:52,958 --> 00:00:54,166
Η ΥΠΕΡΟΧΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΕΝΡΙ ΣΟΥΓΚΑΡ
ΚΑΙ ΑΚΟΜΑ ΤΡΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
12
00:00:54,250 --> 00:00:55,916
Έχει σημασία, πριν αρχίσω,
13
00:00:56,000 --> 00:00:59,708
να βεβαιώνομαι ότι έχω γύρω μου
όλα όσα πρόκειται να χρειαστώ.
14
00:01:01,083 --> 00:01:05,208
Τσιγάρα, ασφαλώς, λίγο καφέ, σοκολάτες.
15
00:01:06,958 --> 00:01:10,875
Και πάντα φροντίζω να έχω
ένα καλοξυσμένο μολύβι πριν ξεκινήσω.
16
00:01:12,916 --> 00:01:16,458
Έχω έξι μολύβια.
Μετά μ' αρέσει να καθαρίζω τον πίνακά μου.
17
00:01:18,666 --> 00:01:20,083
Δείτε πόσα τρίμματα γόμας.
18
00:01:21,833 --> 00:01:22,666
Εντάξει.
19
00:01:24,958 --> 00:01:26,875
Επιτέλους, μπορώ να αρχίσω.
20
00:01:30,125 --> 00:01:33,708
Συνήθως, απαιτούνται λίγες διορθώσεις.
21
00:01:36,458 --> 00:01:37,291
Ναι.
22
00:01:37,375 --> 00:01:40,125
Ι
Η ΥΠΕΡΟΧΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΧΕΝΡΙ ΣΟΥΓΚΑΡ
23
00:01:42,541 --> 00:01:43,375
Είναι…
24
00:01:47,250 --> 00:01:51,041
Ο Χένρι Σούγκαρ ήταν 41 ετών,
ανύπαντρος και πλούσιος.
25
00:01:51,666 --> 00:01:54,625
Πλούσιος, επειδή είχε πλούσιο πατέρα,
νεκρό πλέον.
26
00:01:54,708 --> 00:01:58,791
Ανύπαντρος, επειδή ήταν πολύ εγωιστής
για να μοιραστεί τα λεφτά του.
27
00:01:58,875 --> 00:02:00,583
Είχε ύψος 1,88
28
00:02:00,666 --> 00:02:03,291
και ίσως μεγάλη ιδέα για την ομορφιά του.
29
00:02:03,375 --> 00:02:05,958
Έδινε ιδιαίτερη προσοχή στα ρούχα του.
30
00:02:06,041 --> 00:02:08,250
Πήγαινε σε άλλον ράφτη για κοστούμια,
31
00:02:08,333 --> 00:02:11,666
άλλον για πουκάμισα,
και σε υποδηματοποιό για παπούτσια.
32
00:02:11,750 --> 00:02:14,583
Ο κομμωτής
τού έπαιρνε τις άκρες κάθε δέκα μέρες
33
00:02:14,666 --> 00:02:17,458
και πάντα έκανε μανικιούρ
στην ίδια επίσκεψη.
34
00:02:17,541 --> 00:02:19,083
Οδηγούσε Ferrari,
35
00:02:19,166 --> 00:02:21,666
που του κόστισε όσο ένα εξοχικό.
36
00:02:23,291 --> 00:02:24,583
Είχε μόνο πλούσιους φίλους
37
00:02:24,666 --> 00:02:27,000
και δεν είχε δουλέψει ούτε μία μέρα.
38
00:02:28,000 --> 00:02:32,500
Άνθρωποι όπως ο Χένρι Σούγκαρ
βολοδέρνουν σαν φύκια σ' όλο τον κόσμο.
39
00:02:32,583 --> 00:02:36,291
Δεν είναι ιδιαίτερα κακοί άνθρωποι,
ούτε και καλοί, όμως.
40
00:02:37,458 --> 00:02:39,416
Είναι απλώς μέρος της διακόσμησης.
41
00:02:41,375 --> 00:02:43,625
Όλοι οι πλούσιοι τύπου Χένρι, βέβαια,
42
00:02:43,708 --> 00:02:47,875
έχουν μια κοινή ιδιοτυπία: μια τρομερή
ανάγκη να γίνονται πλουσιότεροι.
43
00:02:48,791 --> 00:02:51,625
Δέκα εκατομμύρια
δεν είναι ποτέ αρκετά. Ούτε 20.
44
00:02:51,708 --> 00:02:54,583
Πάντα υποφέρουν
από ακόρεστη επιθυμία για χρήμα
45
00:02:54,666 --> 00:02:58,250
και από τον τρόμο να ξυπνήσουν ένα πρωί
με άδειο λογαριασμό.
46
00:02:58,333 --> 00:03:01,583
Για να αυξήσουν την περιουσία τους,
έχουν διάφορες μεθόδους.
47
00:03:01,666 --> 00:03:04,333
Επενδύουν στις διακυμάνσεις
του χρηματιστηρίου.
48
00:03:04,416 --> 00:03:09,333
Σε γη, έργα τέχνης, διαμάντια.
Ποντάρουν σε ρουλέτα, χαρτιά, άλογα.
49
00:03:09,416 --> 00:03:11,416
Βασικά, ποντάρουν σε οτιδήποτε.
50
00:03:11,500 --> 00:03:15,541
Ο Χένρι Σούγκαρ ήταν ένας απ' αυτούς.
Και δεν ενεργούσε πάντα έντιμα.
51
00:03:16,500 --> 00:03:17,458
Ένα καλοκαίρι,
52
00:03:17,541 --> 00:03:21,166
ο Χένρι πήρε το αμάξι
και πήγε στο εξοχικό του σερ Γουίλιαμ Γ.
53
00:03:21,250 --> 00:03:23,583
Υπέροχο το σπίτι. Όπως και το κτήμα.
54
00:03:23,666 --> 00:03:27,166
Όμως, το Σάββατο που έφτασε ο Χένρι,
έβρεχε ήδη δυνατά.
55
00:03:27,250 --> 00:03:30,750
Οικοδεσπότης και καλεσμένοι
περνούσαν το απόγευμα παίζοντας,
56
00:03:30,833 --> 00:03:34,708
ενώ ο Χένρι παρατηρούσε σκυθρωπός
τις στάλες να σκάνε στα τζάμια.
57
00:03:34,791 --> 00:03:38,041
Περιφέρθηκε έξω από το σαλόνι,
στο μπροστινό χολ.
58
00:03:38,125 --> 00:03:42,375
Περιπλανήθηκε άσκοπα στο σπίτι.
Τελικά, μπήκε αφηρημένα στη βιβλιοθήκη.
59
00:03:45,250 --> 00:03:48,916
Ο πατέρας του σερ Γουίλιαμ ήταν συλλέκτης.
Οι πελώριοι τοίχοι
60
00:03:49,000 --> 00:03:52,291
καλύπτονταν πλήρως
από παμπάλαιους δερματόδετους τόμους.
61
00:03:52,375 --> 00:03:53,708
Ο Χένρι αδιαφορούσε.
62
00:03:53,791 --> 00:03:57,166
Διάβαζε μόνο αστυνομικές νουβέλες
και θρίλερ. Καμία σχέση.
63
00:03:57,250 --> 00:03:58,333
Πήγαινε να φύγει,
64
00:03:58,416 --> 00:04:01,500
όταν κάτι ενδιαφέρον
τράβηξε και κράτησε το βλέμμα του.
65
00:04:01,583 --> 00:04:03,458
Τόσο λεπτό, που δεν θα το είχε δει
66
00:04:03,541 --> 00:04:06,541
αν δεν εξείχε
από τα βιβλία που το περιέβαλλαν.
67
00:04:06,625 --> 00:04:08,166
Το τράβηξε από το ράφι.
68
00:04:08,250 --> 00:04:09,291
Ήταν απλούστατα
69
00:04:09,375 --> 00:04:12,166
ένα τετράδιο ασκήσεων,
σαν αυτά των μαθητών.
70
00:04:12,250 --> 00:04:14,833
Με εξώφυλλο σκούρο μπλε, χωρίς γράμματα.
71
00:04:14,916 --> 00:04:18,750
Στην πρώτη σελίδα, με μαύρο μελάνι
και καθαρά, ωραία γράμματα, έγραφε:
72
00:04:18,833 --> 00:04:19,958
ΑΝΑΦΟΡΑ - ΙΜΝΤΑΝΤ ΚΑΝ
73
00:04:20,041 --> 00:04:23,166
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΒΛΕΠΕΙ ΧΩΡΙΣ ΜΑΤΙΑ
ΤΟΥ ΔΡΑ Ζ. Ζ. ΤΣΑΤΕΡΤΖΙ
74
00:04:23,250 --> 00:04:25,416
Παράξενο. Αλλόκοτο. Τι είναι αυτό;
75
00:04:26,291 --> 00:04:29,750
Βολεύτηκε σε μια πολυθρόνα
και ξεκίνησε από την αρχή.
76
00:04:29,833 --> 00:04:33,708
Ακολουθεί αυτό που διάβασε ο Χένρι
στο μικρό, μπλε τετράδιο.
77
00:04:37,958 --> 00:04:41,916
Ονομάζομαι Ζ. Ζ. Τσάτερτζι.
Αρχιχειρουργός στο Νοσοκομείο Καλκούτας.
78
00:04:42,000 --> 00:04:44,083
Το πρωί της 2ας Δεκεμβρίου 1935,
79
00:04:44,166 --> 00:04:46,291
έπινα τσάι στην αίθουσα των γιατρών.
80
00:04:46,375 --> 00:04:49,916
Μαζί μου ήταν άλλοι τρεις,
οι Μάρσαλ, Μίτρα και Μακφάρλαν.
81
00:04:50,000 --> 00:04:51,500
Κάποιος χτύπησε την πόρτα.
82
00:04:51,583 --> 00:04:52,750
"Περάστε", είπα.
83
00:04:54,458 --> 00:04:57,750
Με συγχωρείτε. Να σας ζητήσω μια χάρη;
84
00:04:57,833 --> 00:04:59,500
"Είναι ιδιωτικός χώρος", είπα.
85
00:04:59,583 --> 00:05:01,750
Το ξέρω. Συγγνώμη για την ενόχληση,
86
00:05:01,833 --> 00:05:04,791
μα έχω κάτι πολύ ενδιαφέρον
να σας δείξω, νομίζω.
87
00:05:04,875 --> 00:05:07,208
Όλοι δυσφορήσαμε και δεν είπαμε τίποτα.
88
00:05:08,208 --> 00:05:12,375
Κύριοι, είμαι κάποιος που βλέπει
χωρίς να χρησιμοποιεί τα μάτια του.
89
00:05:13,208 --> 00:05:14,666
Ένας μικροκαμωμένος εξηντάρης,
90
00:05:14,750 --> 00:05:18,375
με άσπρο μουστάκι και μια συστάδα
από μαύρες τρίχες στα αυτιά του.
91
00:05:18,458 --> 00:05:21,291
Ακόμα κι αν μου τυλίξετε
το κεφάλι με 50 επιδέσμους,
92
00:05:21,375 --> 00:05:23,500
εγώ πάλι θα μπορώ να σας διαβάσω.
93
00:05:23,583 --> 00:05:27,166
Εννοούσε την κάθε του λέξη.
Ένιωσα να κεντρίζει την περιέργειά μου.
94
00:05:27,250 --> 00:05:28,250
Περάστε, παρακαλώ.
95
00:05:35,166 --> 00:05:38,791
Για να δούμε.
Πόσα δάχτυλα δείχνει ο δρ Μάρσαλ;
96
00:05:38,875 --> 00:05:40,291
-Επτά.
-"Πάλι", είπα.
97
00:05:40,375 --> 00:05:41,750
-Εννιά.
-"Πάλι", είπα.
98
00:05:41,833 --> 00:05:42,833
-Τρία.
-Πάλι.
99
00:05:42,916 --> 00:05:44,291
-Ξανά τρία.
-Πάλι.
100
00:05:45,250 --> 00:05:46,166
Κανένα.
101
00:05:48,458 --> 00:05:49,333
Τι κόλπο κάνετε;
102
00:05:49,416 --> 00:05:53,333
Κανένα κόλπο.
Το κατάφερα έπειτα από χρόνια εξάσκησης.
103
00:05:53,416 --> 00:05:54,708
Τι είδους εξάσκησης;
104
00:05:54,791 --> 00:05:57,208
Με συγχωρείτε, αυτό είναι προσωπικό θέμα.
105
00:05:58,125 --> 00:05:59,291
Τι θέλετε από μας;
106
00:05:59,375 --> 00:06:02,333
Δουλεύω σε περιοδεύοντα θίασο.
Φτάσαμε σήμερα.
107
00:06:02,416 --> 00:06:05,791
Απόψε ξεκινάμε παραστάσεις
στο Ρόιαλ Πάλας Χολ.
108
00:06:05,875 --> 00:06:07,375
Το πρόγραμμα με αναφέρει ως:
109
00:06:07,458 --> 00:06:09,708
Ιμντάντ Καν,
Ο Άνθρωπος Που Βλέπει Χωρίς Μάτια.
110
00:06:09,791 --> 00:06:11,750
Όποτε φτάνουμε σε μια πόλη,
111
00:06:11,833 --> 00:06:13,250
πάω στο μεγαλύτερο νοσοκομείο
112
00:06:13,333 --> 00:06:16,791
και ζητώ να μου δέσουν τα μάτια
όσο το δυνατόν καλύτερα.
113
00:06:16,875 --> 00:06:19,125
Είναι σημαντικό να γίνει από γιατρούς,
114
00:06:19,208 --> 00:06:21,208
αλλιώς ο κόσμος θα με θεωρεί απατεώνα.
115
00:06:21,291 --> 00:06:24,041
Έπειτα, βγαίνω στον δρόμο
και κάνω κάτι επικίνδυνο.
116
00:06:24,125 --> 00:06:25,333
Κοίταξα τους άλλους.
117
00:06:25,416 --> 00:06:28,458
Δρ Μίτρα και δρ Μακφάρλαν
είχαν ασθενείς. Πηγαίνετε.
118
00:06:28,541 --> 00:06:31,541
-Μα ο δρ Μάρσαλ είπε…
-Γιατί όχι; Ας γίνει σωστά.
119
00:06:31,625 --> 00:06:33,708
Ας φροντίσουμε να μη βλέπει τίποτα.
120
00:06:33,791 --> 00:06:36,208
Είστε ευγενικός. Κάντε ό,τι κρίνετε.
121
00:06:36,291 --> 00:06:38,000
"Πριν τον περιδέσουμε", είπα,
122
00:06:38,083 --> 00:06:40,250
"γέμισε τις κόγχες
με κάτι μαλακό, στερεό".
123
00:06:40,333 --> 00:06:42,500
-Ζυμάρι;
-Άψογο. Πήγαινε στον φούρνο.
124
00:06:42,583 --> 00:06:44,375
Εγώ θα του πιάσω τα βλέφαρα.
125
00:06:44,458 --> 00:06:46,916
Οδήγησα τον Ιμντάντ στο χειρουργείο.
126
00:06:47,000 --> 00:06:48,250
"Ξαπλώστε", είπα.
127
00:06:48,333 --> 00:06:50,666
Πήρα ένα μπουκαλάκι κολλόδιο.
128
00:06:50,750 --> 00:06:52,916
Μ' αυτό θα σας σφραγίσω τα βλέφαρα.
129
00:06:53,000 --> 00:06:54,291
Πώς θα το αφαιρέσω;
130
00:06:54,375 --> 00:06:57,833
Με λίγο αλκοόλ
κάτω από τις βλεφαρίδες. Θα διαλυθεί.
131
00:06:57,916 --> 00:07:00,583
Κρατήστε τα μάτια κλειστά
μέχρι να σκληρύνει.
132
00:07:00,666 --> 00:07:01,625
Πέρασαν δύο λεπτά.
133
00:07:01,708 --> 00:07:04,041
"Ανοίξτε τα μάτια", είπα. Δεν μπορούσε.
134
00:07:04,125 --> 00:07:08,000
Πήρα ζυμάρι από τον δρα Μάρσαλ
και το άπλωσα στο ένα μάτι του Ιμντάντ.
135
00:07:08,083 --> 00:07:09,333
Γέμισα όλη την κόγχη,
136
00:07:09,416 --> 00:07:12,000
ώστε το ζυμάρι να καλύψει
και λίγο γύρω δέρμα.
137
00:07:12,083 --> 00:07:13,791
Το ίδιο έκανα στο άλλο μάτι.
138
00:07:13,875 --> 00:07:15,583
Πίεσα δυνατά τις άκρες.
139
00:07:15,666 --> 00:07:17,166
"Σας είναι δυσάρεστο;" ρώτησα.
140
00:07:17,250 --> 00:07:18,416
Καθόλου. Ευχαριστώ.
141
00:07:18,500 --> 00:07:20,291
"Περίδεσέ τον", είπα στον Μάρσαλ.
142
00:07:20,375 --> 00:07:22,000
Τα δάχτυλά μου κολλάνε.
143
00:07:22,083 --> 00:07:24,833
Μετά χαράς. Θα βάλουμε αυτά εδώ…
144
00:07:24,916 --> 00:07:28,333
Ο δρ Μάρσαλ πρόσθεσε παχύ
χειρουργικό βαμβάκι πάνω από το ζυμάρι.
145
00:07:28,416 --> 00:07:29,375
Κόλλησε καλά.
146
00:07:29,458 --> 00:07:30,416
Ανακαθίστε.
147
00:07:31,125 --> 00:07:34,416
Ο δρ Μάρσαλ τύλιξε πρόσωπο και κεφάλι
με επίδεσμο 7,5 εκατοστών.
148
00:07:34,500 --> 00:07:36,833
Αφήστε τη μύτη ελεύθερη για να αναπνέω.
149
00:07:36,916 --> 00:07:37,750
Φυσικά.
150
00:07:38,750 --> 00:07:41,500
Συγγνώμη, θα νιώσετε ένα τσίμπημα
στη σφιχτή πλευρά.
151
00:07:44,166 --> 00:07:45,166
Πώς σας φαίνεται;
152
00:07:45,250 --> 00:07:46,250
"Περίφημο", είπα.
153
00:07:46,333 --> 00:07:48,708
Σαν να είχε κάνει
μια φρικτή επέμβαση εγκεφάλου.
154
00:07:48,791 --> 00:07:49,666
Πώς νιώθετε;
155
00:07:49,750 --> 00:07:50,833
Πολύ καλά.
156
00:07:50,916 --> 00:07:53,916
Οφείλω να σας επαινέσω
για τη διεξοδική δουλειά σας.
157
00:07:54,000 --> 00:07:57,166
Ο Ιμντάντ Καν σηκώθηκε
και περπάτησε προς την πόρτα.
158
00:08:04,291 --> 00:08:07,458
Θεέ και Κύριε! Το είδες;
Έπιασε κατευθείαν το χερούλι!
159
00:08:07,541 --> 00:08:08,958
Ο Μάρσαλ δεν χαμογελούσε πια.
160
00:08:09,541 --> 00:08:12,583
Ο Ιμντάντ περπατούσε
άνετα, σβέλτα στον διάδρομο.
161
00:08:12,666 --> 00:08:16,000
Ήμασταν στα 4-5 μέτρα.
Αλλόκοτο να παρακολουθείς κάποιον
162
00:08:16,083 --> 00:08:19,000
με έναν πελώριο επίδεσμο στο κεφάλι
να βολτάρει χαλαρά…
163
00:08:19,083 --> 00:08:20,166
"Το είδε!", αναφώνησα.
164
00:08:20,250 --> 00:08:22,875
"Είδε το καρότσι! Είναι απίστευτο!"
165
00:08:22,958 --> 00:08:24,333
Ο δρ Μάρσαλ δεν απάντησε.
166
00:08:24,416 --> 00:08:27,166
Έκανε έναν μορφασμό δυσπιστίας και σοκ.
167
00:08:27,250 --> 00:08:29,708
Ο Ιμντάντ κατέβηκε τις σκάλες με άνεση.
168
00:08:29,791 --> 00:08:31,208
Δεν έπιανε καν την κουπαστή.
169
00:08:31,291 --> 00:08:34,166
Πολλοί ανέβαιναν πάνω.
Έβλεπες πώς αντιδρούσαν.
170
00:08:34,875 --> 00:08:38,750
Στον πάτο της σκάλας,
έστριψε και κατευθύνθηκε προς την έξοδο.
171
00:08:38,833 --> 00:08:41,166
Εμείς τον ακολουθούσαμε από κοντά.
172
00:08:41,250 --> 00:08:44,583
Κάτω στην αυλή,
100 ξυπόλητα παιδιά όρμησαν φωνάζοντας
173
00:08:44,666 --> 00:08:46,166
προς τον λευκοκέφαλο επισκέπτη.
174
00:08:46,250 --> 00:08:48,500
Αυτός τα χαιρέτησε υψώνοντας τα χέρια.
175
00:08:48,583 --> 00:08:51,833
Πήγε προς ένα ποδήλατο,
ανέβηκε και έκανε ένα οχτάρι.
176
00:08:51,916 --> 00:08:54,708
Τα παιδιά τον κυνηγούσαν
γελώντας και ζητωκραυγάζοντας.
177
00:08:54,791 --> 00:08:57,583
Ξεχύθηκε στην κυκλοφορία
του πολύβουου δρόμου,
178
00:08:57,666 --> 00:09:00,916
με τις κόρνες των οχημάτων
να δίνουν και να παίρνουν.
179
00:09:01,000 --> 00:09:02,625
Οδηγούσε καταπληκτικά.
180
00:09:02,708 --> 00:09:04,708
Για ένα λεπτό, διακρινόταν ακόμα.
181
00:09:04,791 --> 00:09:06,750
Μετά, εξαφανίστηκε σε μια στροφή.
182
00:09:06,833 --> 00:09:10,375
-"Δεν το πιστεύω", είπε ο δρ Μάρσαλ.
-Δεν το πιστεύω.
183
00:09:10,458 --> 00:09:11,958
"Ούτε εγώ", είπα.
184
00:09:12,041 --> 00:09:14,250
Γίναμε μάρτυρες ενός θαύματος.
185
00:09:14,333 --> 00:09:16,875
Την υπόλοιπη μέρα, ασχολήθηκα με ασθενείς.
186
00:09:16,958 --> 00:09:19,541
Το βράδυ, πήγα σπίτι μου να αλλάξω.
187
00:09:19,625 --> 00:09:21,000
Έκανα ένα μακρύ, κρύο ντους.
188
00:09:21,083 --> 00:09:24,500
Ήπια ένα ουίσκι με σόδα στη βεράντα,
με μόνο μια πετσέτα στη μέση.
189
00:09:24,583 --> 00:09:27,500
Στις επτά παρά δέκα,
έφτασα στο Ρόιαλ Πάλας Χολ.
190
00:09:27,583 --> 00:09:29,000
Η παράσταση κράτησε δύο ώρες.
191
00:09:29,083 --> 00:09:32,458
Παραδόξως, την απόλαυσα.
Ζογκλέρ, γητευτής φιδιών, πυροφάγος
192
00:09:32,541 --> 00:09:35,666
κι ένας που έσπρωξε
ένα μακρύ ξίφος μέχρι το στομάχι.
193
00:09:35,750 --> 00:09:37,458
Τέλος, οι τρομπέτες σάλπισαν
194
00:09:37,541 --> 00:09:40,000
την εμφάνιση του φίλου μας, Ιμντάντ Καν.
195
00:09:40,083 --> 00:09:43,041
Μέλη του κοινού κλήθηκαν
να του δέσουν τα μάτια.
196
00:09:43,125 --> 00:09:45,250
Αφού πέταξε μαχαίρια γύρω από ένα αγόρι,
197
00:09:45,333 --> 00:09:47,541
πυροβόλησε το τενεκεδάκι
πάνω στο κεφάλι του.
198
00:09:47,625 --> 00:09:51,458
Τέλος, του φόρεσαν ένα μεταλλικό βαρέλι
στο ήδη δεμένο κεφάλι του.
199
00:09:51,541 --> 00:09:55,291
Το αγόρι τού έδωσε μια βελόνα στο ένα χέρι
και κλωστή στο άλλο.
200
00:09:55,375 --> 00:09:57,708
Μπροστά του έβαλαν
έναν μεγάλο μεγεθυντικό φακό.
201
00:09:57,791 --> 00:09:59,375
Χωρίς περιττές κινήσεις,
202
00:09:59,458 --> 00:10:02,458
πέρασε άψογα την κλωστή
από την τρύπα της βελόνας.
203
00:10:07,208 --> 00:10:08,208
Έμεινα άναυδος.
204
00:10:10,583 --> 00:10:13,125
Στα παρασκήνια,
βρήκα τον Ιμντάντ να κάθεται ήρεμος
205
00:10:13,208 --> 00:10:14,625
και να ξεβάφεται.
206
00:10:14,708 --> 00:10:16,416
Σας τρώει η περιέργεια, γιατρέ.
207
00:10:16,500 --> 00:10:17,666
"Εντελώς", είπα.
208
00:10:17,750 --> 00:10:21,583
Με εντυπωσίασε ξανά η συστάδα
από μαύρες τρίχες στα αυτιά του.
209
00:10:21,666 --> 00:10:23,916
Δεν είχα ξαναδεί ποτέ κάτι τέτοιο.
210
00:10:24,000 --> 00:10:26,458
Έχω μια πρόταση: Δεν γράφω επαγγελματικά.
211
00:10:26,541 --> 00:10:28,875
Όμως, αν μου πείτε
πώς αποκτήσατε τη δύναμη
212
00:10:28,958 --> 00:10:31,833
να βλέπετε χωρίς μάτια,
θα το καταγράψω με ευλάβεια.
213
00:10:31,916 --> 00:10:34,833
Θα παλέψω να δημοσιευτεί
στη Βρετανική Ιατρική Επιθεώρηση,
214
00:10:34,916 --> 00:10:36,125
ή σε διάσημο περιοδικό.
215
00:10:36,208 --> 00:10:38,375
Θα βοηθούσε; Το να γίνετε πιο γνωστός;
216
00:10:38,458 --> 00:10:40,416
-Θα βοηθούσε πολύ.
-Περίφημα.
217
00:10:40,500 --> 00:10:43,333
Έχω μια μέθοδο στενογραφίας
για ιατρικά ιστορικά.
218
00:10:43,416 --> 00:10:46,500
Θεωρώ ότι κατέγραψα
όλα όσα μου είπε, λέξη προς λέξη.
219
00:10:46,583 --> 00:10:48,750
Σας τα μεταφέρω με απόλυτη ακρίβεια.
220
00:10:50,041 --> 00:10:52,583
ΟΣΑ ΜΟΥ ΕΙΠΕ Ο ΙΜΝΤΑΝΤ ΚΑΝ ΕΚΕΙΝΟ ΤΟ ΒΡΑΔΥ
221
00:10:52,666 --> 00:10:53,541
(ΛΕΞΗ ΠΡΟΣ ΛΕΞΗ)
222
00:10:55,708 --> 00:10:58,791
Γεννήθηκα στο Κασμίρ το 1873.
223
00:10:58,875 --> 00:11:01,916
Ο πατέρας μου
ήταν εισπράκτορας στους σιδηροδρόμους.
224
00:11:02,000 --> 00:11:05,291
Μια μέρα, ήρθε στο σχολείο μας
ένας ταχυδακτυλουργός.
225
00:11:05,375 --> 00:11:06,833
Μαγεύτηκα.
226
00:11:06,916 --> 00:11:08,833
Λίγο μετά, πήρα τις οικονομίες μου
227
00:11:08,916 --> 00:11:11,375
και έφυγα με έναν περιοδεύοντα θίασο.
228
00:11:11,458 --> 00:11:14,708
Αυτό έγινε το 1886. Ήμουν 13 ετών.
229
00:11:14,791 --> 00:11:15,791
Για τρία χρόνια,
230
00:11:15,875 --> 00:11:18,500
γυρνούσα με τον θίασο όλο το Παντζάμπ.
231
00:11:18,583 --> 00:11:21,125
Στο τέλος, ήμουν το πρώτο όνομα.
232
00:11:21,208 --> 00:11:23,666
Όλον αυτόν τον καιρό, έκανα οικονομίες.
233
00:11:23,750 --> 00:11:27,541
Τελικά, μαζεύτηκαν
λίγο πάνω από 3.000 ρουπίες.
234
00:11:27,625 --> 00:11:30,625
Άκουσα να λένε
για έναν σπουδαίο, φημισμένο γιόγκι,
235
00:11:30,708 --> 00:11:32,958
με τη σπάνια ικανότητα της αιώρησης.
236
00:11:33,041 --> 00:11:34,666
Όταν προσευχόταν, έλεγαν,
237
00:11:34,750 --> 00:11:38,208
όλο του το σώμα
ανυψωνόταν 45 πόντους από το έδαφος.
238
00:11:38,291 --> 00:11:40,250
Στη χειρότερη, ένα τρομερό εφέ.
239
00:11:41,375 --> 00:11:42,208
Μουστάκι;
240
00:11:44,666 --> 00:11:46,000
Άφησα τον θίασο
241
00:11:46,083 --> 00:11:49,375
και πήγα στον μικρό οικισμό
στις όχθες του Γάγγη,
242
00:11:49,458 --> 00:11:51,375
όπου κατά τις φήμες ζούσε ο γιόγκι.
243
00:11:51,458 --> 00:11:53,833
Μια μέρα, ένας ταξιδιώτης
ανέφερε έναν ερημίτη
244
00:11:53,916 --> 00:11:57,583
που είχε συναντήσει όχι μακριά από κει,
ολομόναχο στη ζούγκλα.
245
00:11:57,666 --> 00:11:58,958
Αυτό μου ήταν αρκετό.
246
00:11:59,041 --> 00:12:01,166
Έσπευσα να νοικιάσω άλογο και κάρο.
247
00:12:02,083 --> 00:12:03,708
Ενώ παζάρευα με τον οδηγό,
248
00:12:03,791 --> 00:12:06,291
ήρθε κάποιος
που πήγαινε προς την ίδια κατεύθυνση
249
00:12:06,375 --> 00:12:09,291
και πρότεινε να μοιραστούμε
το κάρο και τα έξοδα.
250
00:12:09,375 --> 00:12:12,166
Τι αδιανόητα φανταστική τύχη!
251
00:12:12,250 --> 00:12:13,541
Μιλώντας στον συνταξιδιώτη,
252
00:12:13,625 --> 00:12:16,625
έμαθα ότι ήταν μαθητής
του ίδιου του μεγάλου γιόγκι,
253
00:12:16,708 --> 00:12:19,541
καθ' οδόν για να επισκεφθεί
τον δάσκαλό του.
254
00:12:19,625 --> 00:12:20,458
Δεν άντεξα.
255
00:12:20,541 --> 00:12:23,416
"Αυτόν ψάχνω! Μπορώ να τον συναντήσω;"
256
00:12:23,500 --> 00:12:26,291
Εκείνος μου έριξε
ένα μακρύ, αργόσυρτο βλέμμα.
257
00:12:26,375 --> 00:12:28,458
"Αυτό είναι αδύνατον", είπε.
258
00:12:28,541 --> 00:12:31,750
Από εκείνη την ώρα,
δεν απαντούσε στις ερωτήσεις μου.
259
00:12:31,833 --> 00:12:34,416
Ωστόσο, κατάφερα να μάθω μια λεπτομέρεια:
260
00:12:34,500 --> 00:12:37,625
την ώρα της μέρας
που ο γιόγκι άρχιζε τον διαλογισμό.
261
00:12:37,708 --> 00:12:41,958
Ο συνταξιδιώτης μού έκανε νεύμα
να σταματήσω, κατέβηκε κι εξαφανίστηκε.
262
00:12:42,041 --> 00:12:44,625
Προσποιήθηκα ότι συνέχισα. Μόλις έστριψα,
263
00:12:44,708 --> 00:12:46,875
πήδηξα κάτω και χώθηκα στο μονοπάτι.
264
00:12:46,958 --> 00:12:49,750
Ο άντρας είχε ήδη εξαφανιστεί στη ζούγκλα.
265
00:12:49,833 --> 00:12:51,750
Κάτι θρόισε στη χαμηλή βλάστηση.
266
00:12:51,833 --> 00:12:54,125
"Αν δεν είναι αυτός, θα 'ναι τίγρη.
267
00:12:54,208 --> 00:12:56,750
Θα μου χιμήξει, θα με ξεσκίσει
268
00:12:56,833 --> 00:12:59,583
και θα με φάει
σε μπουκίτσες αιμάτινης σάρκας".
269
00:13:00,958 --> 00:13:01,833
Ήταν αυτός.
270
00:13:04,125 --> 00:13:07,583
Εκεί που περπατούσε
δεν υπήρχε ούτε υποψία μονοπατιού.
271
00:13:07,666 --> 00:13:09,958
Προχωρούσε παραμερίζοντας ψηλά μπαμπού
272
00:13:10,041 --> 00:13:11,791
και κάθε λογής πυκνή βλάστηση.
273
00:13:11,875 --> 00:13:15,833
Γλίστρησα πίσω του αθόρυβα,
κρατώντας απόσταση περίπου 100 μέτρων.
274
00:13:15,916 --> 00:13:18,916
Όποτε τον έχανα από τα μάτια μου,
δηλαδή συνέχεια,
275
00:13:19,000 --> 00:13:21,458
ακολουθούσα τον ήχο των βημάτων του.
276
00:13:21,541 --> 00:13:24,750
Αυτή η νευρική παρακολούθηση
κράτησε για μισή ώρα.
277
00:13:24,833 --> 00:13:27,666
Τότε, ξαφνικά, έπαψα να τον ακούω.
278
00:13:27,750 --> 00:13:29,625
Σταμάτησα και έστησα αυτί.
279
00:13:29,708 --> 00:13:31,583
Μέσα από τους πυκνούς θάμνους,
280
00:13:31,666 --> 00:13:34,166
ξάφνου διέκρινα
ένα ξέφωτο και δυο καλύβες.
281
00:13:34,250 --> 00:13:35,458
Η καρδιά μου αναπήδησε.
282
00:13:35,541 --> 00:13:37,833
Δίπλα στην κοντινότερη,
ήταν ένας νερόλακκος
283
00:13:37,916 --> 00:13:39,916
με ένα χαλάκι προσευχής δίπλα του.
284
00:13:40,000 --> 00:13:44,208
Από πάνω, ένα μεγάλο μπάομπαμπ
με όμορφη, παχιά φυλλωσιά.
285
00:13:44,291 --> 00:13:46,583
Όλη τη λάβρα του μεσημεριού, περίμενα.
286
00:13:46,666 --> 00:13:49,500
Τη βαριά, υγρή ζέστη
του απογεύματος, περίμενα.
287
00:13:49,583 --> 00:13:50,958
Καθώς πλησίαζε πέντε,
288
00:13:51,041 --> 00:13:54,416
σκαρφάλωσα αθόρυβα στο δέντρο
και κρύφτηκα στις φυλλωσιές.
289
00:13:54,500 --> 00:13:56,625
Ο μεγάλος γιόγκι βγήκε από την καλύβα
290
00:13:56,708 --> 00:13:58,541
και κάθισε οκλαδόν στο χαλάκι.
291
00:13:58,625 --> 00:14:01,208
Κάθε του κίνηση ήταν ήρεμη και απαλή.
292
00:14:01,291 --> 00:14:03,791
Έβαλε τα χέρια στα γόνατά του
με τις παλάμες κάτω
293
00:14:03,875 --> 00:14:06,041
και πήρε μακριά εισπνοή από τη μύτη.
294
00:14:06,125 --> 00:14:09,875
Μπορούσα ήδη να διακρίνω
κάτι σαν λάμψη να τον περιλούζει.
295
00:14:09,958 --> 00:14:13,291
Για 14 λεπτά,
παρέμεινε σε απόλυτη ακινησία.
296
00:14:13,375 --> 00:14:17,000
Μετά, ενώ τον παρακολουθούσα
και είδα, είμαι βέβαιος γι' αυτό,
297
00:14:17,083 --> 00:14:19,166
το σώμα του να σηκώνεται αργά.
298
00:14:20,666 --> 00:14:24,333
Τριάντα πόντοι από το έδαφος.
Σαράντα. Σαράντα πέντε. Πενήντα.
299
00:14:25,083 --> 00:14:27,166
Εξήντα πόντοι από το χαλάκι.
300
00:14:27,250 --> 00:14:28,958
Ψηλά στο δέντρο, αναλογίστηκα
301
00:14:29,041 --> 00:14:32,125
"Εκεί μπροστά σου,
ένας άντρας κάθεται στον αέρα".
302
00:14:33,458 --> 00:14:37,416
Σαράντα έξι λεπτά, με το ρολόι,
έμεινε το σώμα του να αιωρείται.
303
00:14:37,500 --> 00:14:39,708
Μετά, επέστρεψε αργά στο έδαφος,
304
00:14:39,791 --> 00:14:42,333
ώσπου τα οπίσθιά του
ακούμπησαν στο χαλάκι.
305
00:14:42,416 --> 00:14:44,916
Κατέβηκα από το δέντρο κι έτρεξα σ' αυτόν.
306
00:14:45,000 --> 00:14:47,291
Ο μεγάλος γιόγκι έπλενε χέρια και πόδια.
307
00:14:47,375 --> 00:14:49,583
"Πόση ώρα είσαι εδώ;" ρώτησε.
308
00:14:49,666 --> 00:14:52,208
Ξαφνικά, μου πέταξε ένα τούβλο,
τόσο δυνατά,
309
00:14:52,291 --> 00:14:54,791
που έσπασε στα δύο
όταν με βρήκε στο καλάμι.
310
00:14:54,875 --> 00:14:57,000
Ακόμα έχω το σημάδι. Δείτε το.
311
00:14:59,916 --> 00:15:01,708
Το χτύπημα αποδείχτηκε τυχερό.
312
00:15:01,791 --> 00:15:04,791
Ένας καλός γιόγκι μένει ψύχραιμος.
Δεν πετά τούβλα.
313
00:15:04,875 --> 00:15:09,250
Ο γέρος ταπεινώθηκε, μετάνιωσε
και απογοητεύτηκε με τον εαυτό του.
314
00:15:09,333 --> 00:15:12,625
Εξήγησε ότι, παρότι δεν μπορούσε
να με κάνει μαθητή του,
315
00:15:12,708 --> 00:15:15,541
θα μου έκανε κάποια άτυπη διδασκαλία,
316
00:15:15,625 --> 00:15:17,708
για να επανορθώσει για την επίθεση,
317
00:15:17,791 --> 00:15:20,125
μια επίθεση που μου άξιζε, πάντως.
318
00:15:20,208 --> 00:15:22,041
Αυτό έγινε το 1890.
319
00:15:22,125 --> 00:15:24,041
Ήμουν σχεδόν 17 ετών.
320
00:15:26,000 --> 00:15:28,250
Ποια ήταν, λοιπόν, η διδασκαλία του;
321
00:15:28,333 --> 00:15:29,875
Ιδού.
322
00:15:29,958 --> 00:15:31,458
Το μυαλό είναι διασκορπισμένο.
323
00:15:31,541 --> 00:15:34,541
Ασχολείται ταυτόχρονα
με μύρια διαφορετικά θέματα.
324
00:15:34,625 --> 00:15:37,250
Πράγματα που βλέπεις, ακούς, μυρίζεις.
325
00:15:37,333 --> 00:15:40,208
Που σκέφτεσαι
ή που παλεύεις να μη σκέφτεσαι.
326
00:15:40,291 --> 00:15:42,250
Πρέπει να μάθεις να συγκεντρώνεσαι
327
00:15:42,333 --> 00:15:45,916
ώστε να βλέπεις ένα αντικείμενο,
ένα μόνο, και τίποτε άλλο.
328
00:15:46,000 --> 00:15:48,958
Αν κοπιάσεις,
ίσως καταφέρεις να εστιάσεις το μυαλό
329
00:15:49,041 --> 00:15:50,458
σε αυτό που θα επιλέξεις
330
00:15:50,541 --> 00:15:52,458
για περίπου τριάμισι λεπτά.
331
00:15:52,541 --> 00:15:55,625
Αυτό απαιτεί κάπου 20 χρόνια
καθημερινής προσπάθειας.
332
00:15:55,708 --> 00:15:57,291
"Είκοσι!" αναφώνησα.
333
00:15:57,375 --> 00:15:59,083
Είκοσι. Μπορεί και παραπάνω.
334
00:15:59,166 --> 00:16:01,875
Αυτός είναι ο συνήθης χρόνος,
αν τα καταφέρεις.
335
00:16:01,958 --> 00:16:03,541
Θα έχω γεράσει μέχρι τότε!
336
00:16:03,625 --> 00:16:06,416
Ο χρόνος ποικίλλει.
Άλλοι θέλουν 10, άλλοι 30.
337
00:16:06,500 --> 00:16:09,333
Σε σπανιότατες περιπτώσεις,
κάποιος ξεχωριστός
338
00:16:09,416 --> 00:16:12,250
μπορεί να αποκτήσει τη δύναμη
σε ένα-δύο χρόνια,
339
00:16:12,333 --> 00:16:14,250
αλλά αυτό δεν αφορά εσένα.
340
00:16:14,333 --> 00:16:16,625
Είναι τόσο δύσκολο να συγκεντρωθείς…
341
00:16:16,708 --> 00:16:21,166
Σχεδόν αδύνατον. Δοκίμασε.
Κλείσε τα μάτια και σκέψου κάτι.
342
00:16:21,250 --> 00:16:24,291
Σκέψου ένα μόνο αντικείμενο.
Φαντάσου το. Δες το.
343
00:16:24,375 --> 00:16:26,458
Σε λίγα δευτερόλεπτα, το μυαλό φεύγει.
344
00:16:26,541 --> 00:16:29,541
Άλλες σκέψεις εισχωρούν.
Είναι πολύ δύσκολο πράγμα.
345
00:16:29,625 --> 00:16:31,625
Αυτά είπε ο μεγάλος, σοφός γιόγκι.
346
00:16:33,708 --> 00:16:36,500
Έτσι ξεκίνησε η εξάσκησή μου.
347
00:16:37,083 --> 00:16:38,458
Κάθε βράδυ καθόμουν,
348
00:16:38,541 --> 00:16:41,916
έκλεινα τα μάτια και φανταζόμουν το άτομο
που αγαπούσα πιο πολύ.
349
00:16:42,000 --> 00:16:45,333
Τον μεγάλο μου αδερφό,
που πέθανε δέκα ετών από ασθένεια.
350
00:16:45,416 --> 00:16:49,208
Συγκεντρωνόμουν στο πρόσωπό του
και, μόλις το μυαλό μου έφευγε,
351
00:16:49,291 --> 00:16:52,166
σταματούσα την άσκηση,
ξεκουραζόμουν αρκετά λεπτά
352
00:16:52,250 --> 00:16:53,458
και ξαναπροσπαθούσα.
353
00:16:53,541 --> 00:16:55,291
Πέντε χρόνια μετά,
354
00:16:55,375 --> 00:16:58,208
μπορούσα να συγκεντρώνομαι πλήρως
στο πρόσωπό του
355
00:16:58,291 --> 00:16:59,750
για ενάμισι λεπτό.
356
00:16:59,833 --> 00:17:01,166
Σημείωνα πρόοδο.
357
00:17:04,791 --> 00:17:05,625
Στο μεταξύ,
358
00:17:05,708 --> 00:17:08,833
άρχισα να κερδίζω καλά χρήματα
ως ταχυδακτυλουργός.
359
00:17:08,916 --> 00:17:11,041
Έχω εκ φύσεως πολύ επιδέξια δάχτυλα.
360
00:17:11,125 --> 00:17:13,708
Πάντα, όμως, συνέχιζα τις ασκήσεις μου.
361
00:17:13,791 --> 00:17:17,583
Κάθε βράδυ, όπου κι αν ήμουν,
έβρισκα ένα ήσυχο σημείο
362
00:17:17,666 --> 00:17:20,333
και συγκεντρωνόμουν
στο πρόσωπο του αδερφού μου.
363
00:17:20,416 --> 00:17:23,583
Μερικές φορές,
άρχιζα κοιτώντας τη φλόγα ενός κεριού.
364
00:17:23,666 --> 00:17:27,041
Η φλόγα ενός κεριού, όπως ξέρετε,
έχει τρία διακριτά μέρη:
365
00:17:27,125 --> 00:17:29,541
το κίτρινο ψηλά, το μοβ χαμηλά
366
00:17:29,625 --> 00:17:30,875
και το μαύρο μέσα.
367
00:17:30,958 --> 00:17:33,833
Το τοποθετούσα 40 πόντους
από το πρόσωπό μου,
368
00:17:33,916 --> 00:17:35,458
στο ύψος των ματιών μου,
369
00:17:35,541 --> 00:17:38,708
ώστε οι μύες των ματιών
να μη χρειάζεται να κάνουν
370
00:17:38,791 --> 00:17:39,916
την παραμικρή κίνηση.
371
00:17:40,000 --> 00:17:44,041
Κοιτούσα το μαύρο τμήμα στο κέντρο,
ώσπου όλα γύρω μου εξαφανίζονταν.
372
00:17:44,125 --> 00:17:45,458
Μετά, έκλεινα τα μάτια
373
00:17:45,541 --> 00:17:48,000
και εστίαζα στο πρόσωπο του αδερφού μου.
374
00:17:48,916 --> 00:17:53,750
Το 1907, σε ηλικία 34 ετών, μπορούσα πια
να συγκεντρώνομαι για τρία λεπτά
375
00:17:53,833 --> 00:17:56,125
χωρίς το μυαλό μου να αποσπάται.
376
00:17:56,208 --> 00:17:59,458
Εκείνη την εποχή
αντιλήφθηκα και μια ελαφριά ικανότητα,
377
00:17:59,541 --> 00:18:01,291
μια αλλόκοτη, μικρή αίσθηση.
378
00:18:01,375 --> 00:18:04,375
Όταν έκλεινα τα μάτια
και κοιτούσα κάτι επίμονα,
379
00:18:04,458 --> 00:18:05,750
με άγρια ένταση,
380
00:18:05,833 --> 00:18:08,541
μπορούσα να δω το περίγραμμά του.
381
00:18:08,625 --> 00:18:10,583
Σκέφτηκα κάτι που είχε πει ο γιόγκι:
382
00:18:10,666 --> 00:18:14,250
"Ορισμένοι άγιοι άνθρωποι
αποκτούν τόσο ισχυρή συγκέντρωση,
383
00:18:14,333 --> 00:18:17,000
που μπορούν να δουν χωρίς μάτια".
384
00:18:17,083 --> 00:18:21,416
Κάθε νύχτα, μετά τις ασκήσεις μου
με τη φλόγα του κεριού,
385
00:18:21,500 --> 00:18:24,333
έπινα ένα φλιτζάνι καφέ,
έδενα τα μάτια μου,
386
00:18:24,416 --> 00:18:26,875
καθόμουν στην καρέκλα και έκανα δοκιμές.
387
00:18:26,958 --> 00:18:29,125
Ξεκίνησα με μια τράπουλα.
388
00:18:29,208 --> 00:18:31,333
Την εξέταζα από πίσω, μάντευα τα φύλλα.
389
00:18:31,416 --> 00:18:33,583
Αμέσως, είχα ποσοστό επιτυχίας 60%.
390
00:18:33,666 --> 00:18:35,833
Αργότερα, αγόρασα διάφορους χάρτες
391
00:18:35,916 --> 00:18:37,625
και τους κρέμασα στο δωμάτιο.
392
00:18:37,708 --> 00:18:42,083
Περνούσα ώρες κοιτώντας τους
με δεμένα μάτια, μαντεύοντας τι έγραφαν.
393
00:18:42,166 --> 00:18:46,291
Κάθε βράδυ για τα επόμενα οκτώ χρόνια,
συνέχιζα τέτοιες ασκήσεις.
394
00:18:46,375 --> 00:18:49,000
Το 1915, μπορούσα
να διαβάζω ολόκληρο βιβλίο,
395
00:18:49,083 --> 00:18:50,958
από την αρχή μέχρι το τέλος.
396
00:18:51,041 --> 00:18:52,291
Τα είχα καταφέρει!
397
00:18:52,375 --> 00:18:54,291
Επιτέλους, είχα αυτήν τη δύναμη.
398
00:18:55,833 --> 00:18:58,541
Όπως ξέρετε, εκεί βασίστηκαν
όλες οι παραστάσεις μου.
399
00:18:58,625 --> 00:19:01,791
Το κοινό το λάτρεψε,
μα όλοι το θεωρούν κόλπο.
400
00:19:01,875 --> 00:19:05,333
Ακόμα και γιατροί, σαν εσάς,
που μου δένουν σφιχτά τα μάτια
401
00:19:05,416 --> 00:19:08,375
δεν πιστεύουν
ότι μπορεί κανείς να δει χωρίς μάτια.
402
00:19:08,458 --> 00:19:11,708
Όμως, υπάρχουν άλλοι τρόποι
να στείλεις εικόνα στον εγκέφαλο.
403
00:19:11,791 --> 00:19:13,208
Ο Ιμντάντ Καν σιώπησε.
404
00:19:13,291 --> 00:19:14,208
Είχε κουραστεί.
405
00:19:14,291 --> 00:19:15,666
"Ποιοι τρόποι;" ρώτησα.
406
00:19:17,750 --> 00:19:19,333
Ειλικρινά, δεν ξέρω.
407
00:19:21,083 --> 00:19:23,958
Η όραση εκτελείται
από άλλο μέρος του σώματος.
408
00:19:24,041 --> 00:19:24,958
Ποιο;
409
00:19:35,125 --> 00:19:36,666
Εκείνη τη νύχτα, δεν ξάπλωσα.
410
00:19:36,750 --> 00:19:39,833
Αυτός ο άντρας
θα συνάρπαζε τους επιστήμονες.
411
00:19:39,916 --> 00:19:41,875
Ο πιο πολύτιμος εν ζωή άνθρωπος.
412
00:19:41,958 --> 00:19:45,625
Έπρεπε να μάθω μέσα από ποια ακριβώς
βιολογία, χημεία, μαγεία
413
00:19:45,708 --> 00:19:48,375
έφτανε μια εικόνα
στον εγκέφαλο χωρίς μάτια.
414
00:19:48,458 --> 00:19:51,833
Τυφλοί θα έβλεπαν.
Κουφοί θα άκουγαν. Και τι άλλο, άραγε;
415
00:19:51,916 --> 00:19:54,541
Αυτός ο απίθανος άνθρωπος
άξιζε να προσεχθεί.
416
00:19:54,625 --> 00:19:58,333
Άρχισα να μεταγράφω προσεκτικά
όλα όσα μου είχε πει ο Ιμντάντ.
417
00:19:58,416 --> 00:20:00,416
Έγραφα πέντε ώρες χωρίς σταματημό.
418
00:20:03,125 --> 00:20:06,583
Στις οκτώ το άλλο πρωί,
τέλειωσα το πιο σημαντικό κομμάτι:
419
00:20:06,666 --> 00:20:08,041
τις σελίδες που διαβάσατε.
420
00:20:08,125 --> 00:20:10,958
Δεν είδα τον δρα Μάρσαλ
μέχρι το διάλειμμα για τσάι.
421
00:20:11,041 --> 00:20:13,291
Του είπα ό,τι προλάβαινα να του πω.
422
00:20:13,375 --> 00:20:15,916
"Απόψε ξαναπάω θέατρο", είπα.
Δεν τον χάνω.
423
00:20:16,000 --> 00:20:17,291
Θα έρθω μαζί σου.
424
00:20:17,375 --> 00:20:19,875
Στις 6:45, πήγαμε στο Ρόιαλ Πάλας Χολ.
425
00:20:19,958 --> 00:20:22,458
Παρκάραμε και περπατήσαμε προς το θέατρο.
426
00:20:22,541 --> 00:20:24,250
"Κάτι δεν πάει καλά", είπα.
427
00:20:24,333 --> 00:20:26,625
Ήταν κλειστά και δεν υπήρχε κόσμος.
428
00:20:26,708 --> 00:20:30,666
Η αφίσα ήταν στη θέση της,
αλλά κάποιος είχε γράψει πάνω της
429
00:20:30,750 --> 00:20:32,833
"Η αποψινή παράσταση ακυρώνεται".
430
00:20:33,875 --> 00:20:37,208
Ρώτησα έναν γέρο φύλακα
δίπλα στις κλειδωμένες πόρτες τι συνέβη.
431
00:20:37,291 --> 00:20:38,583
Κάποιος πέθανε.
432
00:20:38,666 --> 00:20:39,500
"Ποιος;"
433
00:20:39,583 --> 00:20:40,958
Φυσικά, γνώριζα ήδη.
434
00:20:41,041 --> 00:20:42,916
Ο άνθρωπος που βλέπει χωρίς μάτια.
435
00:20:43,666 --> 00:20:45,208
"Πώς;" αναφώνησα.
436
00:20:45,291 --> 00:20:47,250
Πήγε για ύπνο και δεν ξύπνησε.
437
00:20:48,208 --> 00:20:49,375
Συμβαίνουν αυτά.
438
00:20:52,750 --> 00:20:54,416
Γυρίσαμε αργά στο αυτοκίνητο.
439
00:20:59,125 --> 00:21:01,500
Ένιωσα να με κατακλύζουν θλίψη και θυμός.
440
00:21:01,583 --> 00:21:03,583
Κακώς τον άφησα απ' τα μάτια μου.
441
00:21:03,666 --> 00:21:05,500
Έπρεπε να τον είχα αναλάβει πλήρως.
442
00:21:05,583 --> 00:21:07,000
Ο Ιμντάντ Καν έκανε θαύματα.
443
00:21:07,083 --> 00:21:11,333
Επικοινωνούσε με μυστηριώδεις δυνάμεις,
πολύ πέρα από τον μέσο άνθρωπο.
444
00:21:11,416 --> 00:21:13,083
Και τώρα ήταν νεκρός.
445
00:21:13,166 --> 00:21:14,833
"Τελείωσε", είπε ο δρ Μάρσαλ.
446
00:21:15,625 --> 00:21:16,541
Τελείωσε.
447
00:21:17,500 --> 00:21:18,500
"Ναι", είπα.
448
00:21:19,833 --> 00:21:20,750
"Τελείωσε".
449
00:21:25,625 --> 00:21:28,083
Αυτή είναι η αληθής και ακριβής καταγραφή
450
00:21:28,166 --> 00:21:30,291
των συναντήσεων με τον Ιμντάντ Καν.
451
00:21:33,416 --> 00:21:34,625
Κοίτα να δεις.
452
00:21:35,708 --> 00:21:37,791
Αυτό κι αν είναι φοβερά ενδιαφέρον.
453
00:21:39,166 --> 00:21:41,333
Μια εκπληκτική πληροφορία.
454
00:21:42,916 --> 00:21:44,333
Ίσως μου αλλάξει τη ζωή.
455
00:22:04,125 --> 00:22:06,541
Η πληροφορία όπου αναφερόταν ο Χένρι
456
00:22:06,625 --> 00:22:10,333
ήταν ότι ο Ιμντάντ Καν είχε εξασκηθεί
να διαβάζει τραπουλόχαρτα
457
00:22:10,416 --> 00:22:11,833
από την ανάποδη
458
00:22:11,916 --> 00:22:14,541
και καθώς, όπως είπαμε,
δεν ενεργούσε πάντα έντιμα,
459
00:22:14,625 --> 00:22:18,083
ο Χένρι αντιλήφθηκε μεμιάς
ότι μπορούσε να βγάλει πολλά.
460
00:22:18,166 --> 00:22:20,500
Κατέβηκε στο κελάρι του μπάτλερ
461
00:22:20,583 --> 00:22:23,208
και ζήτησε κερί, κηροπήγιο και χάρακα.
462
00:22:23,291 --> 00:22:25,041
Πήγε στο δωμάτιό του, κλείδωσε,
463
00:22:25,125 --> 00:22:27,041
κι έκλεισε τις κουρτίνες και το φως.
464
00:22:27,125 --> 00:22:29,625
Έβαλε το κερί στην τουαλέτα.
Έφερε καρέκλα.
465
00:22:29,708 --> 00:22:33,083
Πρόσεξε με χαρά ότι τα μάτια του
ήταν στο ύψος του φιτιλιού.
466
00:22:33,166 --> 00:22:37,000
Με τον χάρακα, έβαλε το πρόσωπό του
στους 40 πόντους από το κερί,
467
00:22:37,083 --> 00:22:38,541
ακολουθώντας το βιβλίο.
468
00:22:38,625 --> 00:22:42,125
Ο Ιμντάντ φανταζόταν
το πρόσωπο του αγαπημένου του ανθρώπου.
469
00:22:42,208 --> 00:22:44,666
Στην προκειμένη, του νεκρού αδερφού του.
470
00:22:44,750 --> 00:22:46,458
Ο Χένρι δεν είχε αδερφό.
471
00:22:47,041 --> 00:22:49,958
Έτσι, αποφάσισε
να φαντάζεται το δικό του πρόσωπο.
472
00:22:56,750 --> 00:22:59,875
Ενώ ο Χένρι κοιτούσε
το μαύρο στο κέντρο της φλόγας,
473
00:22:59,958 --> 00:23:01,583
συνέβη κάτι αξιοσημείωτο.
474
00:23:01,666 --> 00:23:04,791
Το μυαλό του άδειασε,
ο εγκέφαλός του ακινητοποιήθηκε,
475
00:23:04,875 --> 00:23:08,083
και ξαφνικά ένιωσε
όλο του το σώμα τυλιγμένο
476
00:23:08,166 --> 00:23:09,000
στη ζεστή θαλπωρή
477
00:23:09,083 --> 00:23:11,708
του μικρού, μαύρου κομματιού
φλεγόμενης ανυπαρξίας.
478
00:23:12,291 --> 00:23:14,500
Ομολογουμένως, κράτησε μόνο 15 δεύτερα.
479
00:23:14,583 --> 00:23:16,791
Έκτοτε, όπου κι αν ήταν, ό,τι κι αν έκανε,
480
00:23:16,875 --> 00:23:20,291
δεν παρέλειπε να εξασκείται
με το κερί πέντε φορές τη μέρα.
481
00:23:20,375 --> 00:23:24,041
Για πρώτη φορά,
αφοσιώθηκε σε κάτι με ενθουσιασμό,
482
00:23:24,125 --> 00:23:27,083
και η πρόοδός του ήταν αξιοπρόσεκτη.
483
00:23:27,166 --> 00:23:28,166
Έξι μήνες μετά,
484
00:23:28,250 --> 00:23:31,625
μπορούσε να συγκεντρώνεται
στο πρόσωπό του για τρία λεπτά,
485
00:23:31,708 --> 00:23:34,541
χωρίς να εισχωρεί στο μυαλό του
καμία άλλη σκέψη.
486
00:23:34,625 --> 00:23:36,166
"Εγώ είμαι", σκέφτηκε ο Χένρι.
487
00:23:36,250 --> 00:23:38,375
"Είμαι η σπάνια περίπτωση που αποκτά
488
00:23:38,458 --> 00:23:40,791
δυνάμεις γιόγκι με απίστευτη ταχύτητα!"
489
00:23:41,333 --> 00:23:45,166
Στο τέλος του πρώτου χρόνου,
περνούσε τα πεντέμισι λεπτά.
490
00:23:45,250 --> 00:23:46,375
Η ώρα είχε έρθει.
491
00:23:49,875 --> 00:23:50,833
16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ, 1959
492
00:23:50,916 --> 00:23:53,041
Καθιστικό Χένρι, Λονδίνο. Μεσάνυχτα.
493
00:23:53,125 --> 00:23:55,083
Για πρώτη φορά, τρέμοντας από προσμονή,
494
00:23:55,166 --> 00:23:57,291
τοποθετεί μπροστά του μια κλειστή τράπουλα
495
00:23:57,375 --> 00:23:59,041
κι εστιάζει στο πρώτο φύλλο.
496
00:23:59,125 --> 00:24:02,833
Αρχικά, βλέπει μόνο το πίσω μοτίβο
από λεπτές κόκκινες γραμμές,
497
00:24:02,916 --> 00:24:05,750
ίσως το πιο κοινό σχέδιο τράπουλας
στον κόσμο.
498
00:24:05,833 --> 00:24:09,375
Τώρα, μεταφέρει την προσοχή του
στην άλλη πλευρά του φύλλου.
499
00:24:09,458 --> 00:24:13,500
Εστιάζει με μεγάλη ένταση
στο αόρατο κάτω μέρος του.
500
00:24:13,583 --> 00:24:16,416
Περνούν 30 δεύτερα. Ένα, δύο, τρία λεπτά.
501
00:24:16,500 --> 00:24:17,916
Ο Χένρι μένει ακίνητος.
502
00:24:18,000 --> 00:24:20,500
Η συγκέντρωσή του είναι απόλυτα δουλεμένη.
503
00:24:20,583 --> 00:24:22,500
Οπτικοποιεί την άλλη όψη του φύλλου.
504
00:24:22,583 --> 00:24:25,000
Το μυαλό του διώχνει κάθε άλλη σκέψη.
505
00:24:25,083 --> 00:24:27,375
Στο τέταρτο λεπτό, κάτι γίνεται.
506
00:24:27,458 --> 00:24:29,333
Αργά, μαγικά αλλά ξεκάθαρα,
507
00:24:29,416 --> 00:24:33,125
η κηλίδα γίνεται μπαστούνι,
η ελικοειδής μουτζούρα πεντάρι.
508
00:24:33,208 --> 00:24:34,708
Το πέντε μπαστούνι.
509
00:24:34,791 --> 00:24:38,000
Με τρεμάμενα δάχτυλα,
πιάνει το φύλλο και το σηκώνει.
510
00:24:39,041 --> 00:24:40,250
"Τα κατάφερα", λέει.
511
00:24:41,333 --> 00:24:42,541
Του γίνεται εμμονή.
512
00:24:42,625 --> 00:24:45,291
Βγαίνει μόνο για να αγοράσει
φαγητό και ποτό.
513
00:24:45,375 --> 00:24:47,250
Όλη μέρα, και συχνά ως αργά τη νύχτα,
514
00:24:47,333 --> 00:24:49,583
σκύβει πάνω από τα χαρτιά
με το χρονόμετρο,
515
00:24:49,666 --> 00:24:51,833
μειώνοντας αργά τους χρόνους του.
516
00:24:51,916 --> 00:24:54,791
Σε έναν μήνα, ενάμισι λεπτό.
Σε έξι, 20 δεύτερα.
517
00:24:54,875 --> 00:24:56,708
Σε επτά ακόμα, 10 δεύτερα.
518
00:24:56,791 --> 00:24:58,000
Στόχος, τα πέντε.
519
00:24:58,083 --> 00:25:00,708
Αν δεν φτάσει
να διαβάζει ένα φύλλο σε πέντε,
520
00:25:00,791 --> 00:25:02,875
θα είναι μάταιο να πάει σε καζίνο.
521
00:25:02,958 --> 00:25:06,916
Όμως, όσο πλησιάζει στον στόχο,
τόσο πιο δύσκολος γίνεται.
522
00:25:07,000 --> 00:25:09,166
Τέσσερις βδομάδες
για να κατέβει στα εννιά.
523
00:25:09,250 --> 00:25:11,083
Άλλες πέντε για τα οκτώ.
524
00:25:11,166 --> 00:25:12,791
Η δουλειά δεν τον ενοχλεί πια.
525
00:25:12,875 --> 00:25:15,375
Αντέχει 12 ώρες σερί, κανένα πρόβλημα.
526
00:25:15,458 --> 00:25:17,791
Είναι βέβαιος ότι θα φτάσει στον στόχο.
527
00:25:17,875 --> 00:25:20,333
Τα τελευταία δύο δεύτερα
παίρνουν 11 μήνες.
528
00:25:20,416 --> 00:25:22,041
Όμως, αργά ένα απόγευμα…
529
00:25:29,708 --> 00:25:33,583
Πέντε δεύτερα.
Ο Χένρι χρονομετράει σε κάθε φύλλο.
530
00:25:33,666 --> 00:25:37,458
Πέντε δεύτερα.
531
00:25:38,500 --> 00:25:40,833
Πόσο του πήρε να φτάσει εδώ;
532
00:25:41,666 --> 00:25:44,666
Τρία χρόνια και τρεις μήνες
αδιάκοπης προσπάθειας.
533
00:25:46,208 --> 00:25:48,625
Το Λονδίνο
είχε πάνω από 100 νόμιμα καζίνο.
534
00:25:48,708 --> 00:25:52,750
Ο Χένρι ήταν μέλος σε δέκα, παρακαλώ.
Αγαπημένο του, το Lord's House.
535
00:25:52,833 --> 00:25:56,041
Το ωραιότερο στη χώρα,
σε μια υπέροχη γεωργιανή έπαυλη.
536
00:25:56,125 --> 00:25:57,166
Χαίρετε, κε Σούγκαρ.
537
00:25:57,250 --> 00:25:59,916
…είπε ο αρμόδιος
να μην ξεχνά ποτέ πρόσωπα.
538
00:26:00,000 --> 00:26:03,125
Ο Χένρι ανέβηκε
τις θεσπέσιες σκάλες προς τα ταμεία.
539
00:26:03,208 --> 00:26:05,250
Έδωσε μια επιταγή των 10.000 λιρών.
540
00:26:05,333 --> 00:26:09,416
Τροφαντές γυναίκες περιέβαλαν τη ρουλέτα,
σαν κότες την ώρα του ταΐσματος.
541
00:26:09,500 --> 00:26:12,458
Κατακόκκινοι άντρες με πούρα
μετρούσαν μάρκες,
542
00:26:12,541 --> 00:26:14,125
λάμποντας από απληστία.
543
00:26:15,541 --> 00:26:17,541
Παράξενο. Για πρώτη φορά, ο Χένρι
544
00:26:17,625 --> 00:26:20,583
κοιτούσε με αποστροφή
τους φρικτούς πλούσιους.
545
00:26:20,666 --> 00:26:23,500
Έψαξε άδειο κάθισμα
στα δεξιά του κρουπιέρη,
546
00:26:23,583 --> 00:26:25,166
σε κάποιο τραπέζι μπλακτζάκ.
547
00:26:25,250 --> 00:26:28,250
Εκείνος έριξε
την πλακέτα του Χένρι σε μια σχισμή.
548
00:26:28,333 --> 00:26:31,458
Ήταν σχετικά νέος,
με μαύρα μάτια και γκρίζο δέρμα.
549
00:26:31,541 --> 00:26:33,791
Αγέλαστος, έλεγε μόνο τα απαραίτητα.
550
00:26:33,875 --> 00:26:36,583
Είχε λεπτά χέρια και δάχτυλα-αριθμητήριο.
551
00:26:36,666 --> 00:26:39,875
Πήρε κάμποσες μάρκες των 25 λιρών
και τις στοίβαξε.
552
00:26:39,958 --> 00:26:42,708
Δεν τις μέτρησε.
Τα δάχτυλά του ήταν αλάθητα.
553
00:26:42,791 --> 00:26:44,250
Τις έσπρωξε στον Χένρι.
554
00:26:44,333 --> 00:26:45,708
Καθώς τις τακτοποιούσε,
555
00:26:45,791 --> 00:26:47,875
ο Χένρι κοίταξε το πρώτο φύλλο.
556
00:26:47,958 --> 00:26:51,375
Είδε ότι ήταν δεκάρι.
Πόνταρε οκτώ μάρκες, 200 λίρες,
557
00:26:51,458 --> 00:26:53,583
το ανώτατο επιτρεπόμενο του καζίνο.
558
00:26:53,666 --> 00:26:56,083
Πήρε το δεκάρι. Έπειτα, πήρε εννιάρι.
559
00:26:56,166 --> 00:26:57,333
Σύνολο δεκαεννιά.
560
00:26:57,416 --> 00:26:58,416
Στο 19, σταματάς.
561
00:26:58,500 --> 00:27:02,083
Ελπίζεις ο κρουπιέρης
να μη βγάλει 20 ή 21. Πάγια τακτική.
562
00:27:02,166 --> 00:27:04,708
-Ο κρουπιέρης είπε στον Χένρι…
-Δεκαεννιά.
563
00:27:04,791 --> 00:27:07,333
…και πέρασε στον επόμενο. "Περιμένετε".
564
00:27:07,416 --> 00:27:08,958
Ο κρουπιέρης γύρισε στον Χένρι.
565
00:27:09,041 --> 00:27:11,333
Ανασήκωσε τα φρύδια και κοίταξε ψυχρά.
566
00:27:11,416 --> 00:27:13,583
-Θα τραβήξετε από το 19;
-…ρώτησε.
567
00:27:13,666 --> 00:27:17,208
Μόνο με δύο φύλλα δεν καίγεσαι από το 19,
με άσο και δυάρι.
568
00:27:17,291 --> 00:27:21,250
Μόνο ένας χαζός θα ρίσκαρε από το 19,
ιδίως με 200 λίρες ποντάρισμα.
569
00:27:21,333 --> 00:27:24,375
Το επόμενο φύλλο περίμενε τον κρουπιέρη.
570
00:27:24,458 --> 00:27:27,833
"Ναι", είπε ο Χένρι. "Κι άλλο".
Ο κρουπιέρης σήκωσε τους ώμους.
571
00:27:27,916 --> 00:27:31,083
Το δύο σπαθί
προσγειώθηκε μπροστά στον Χένρι.
572
00:27:31,166 --> 00:27:32,708
-21.
-…είπε ο κρουπιέρης άχρωμα.
573
00:27:32,791 --> 00:27:34,750
Κοίταξε ξανά το πρόσωπο του Χένρι
574
00:27:34,833 --> 00:27:37,500
και έμεινε εκεί,
σιωπηλός, προσεκτικός, απορημένος.
575
00:27:38,666 --> 00:27:42,208
Ο Χένρι διατάραξε μια ισορροπία.
Σπάνια είχε δει να τραβάνε από 19.
576
00:27:42,291 --> 00:27:44,500
Αυτός το έκανε με ηρεμία και σιγουριά
577
00:27:44,583 --> 00:27:46,750
που εντυπωσίαζαν, και κέρδισε.
578
00:27:46,833 --> 00:27:50,166
Ο Χένρι έπιασε το βλέμμα του
και κατάλαβε τη βλακεία του.
579
00:27:50,250 --> 00:27:52,500
Είχε τραβήξει την προσοχή. "Σας παρακαλώ".
580
00:27:52,583 --> 00:27:54,000
Να μην επαναληφθεί.
581
00:27:54,083 --> 00:27:57,125
Πρέπει να προσέχει,
ακόμα και να χάνει επίτηδες.
582
00:27:57,208 --> 00:27:58,250
Συνέχισαν να παίζουν.
583
00:27:58,333 --> 00:28:00,041
Με τόσο πελώριο πλεονέκτημα,
584
00:28:00,125 --> 00:28:02,583
δυσκολευόταν να κρατηθεί σε λογικά κέρδη.
585
00:28:02,666 --> 00:28:04,291
Σε μία ώρα, κέρδιζε 30.000.
586
00:28:04,375 --> 00:28:05,416
Εκεί, σταμάτησε.
587
00:28:05,500 --> 00:28:07,916
Θα μπορούσε άνετα να ήταν κι εκατομμύριο.
588
00:28:08,000 --> 00:28:09,208
Ευχαριστώ.
589
00:28:09,291 --> 00:28:11,958
Ο Χένρι ήταν ασφαλώς σε θέση
να βγάζει χρήματα
590
00:28:12,041 --> 00:28:14,458
ταχύτερα από οποιονδήποτε στον κόσμο.
591
00:28:16,666 --> 00:28:17,500
Ενδιαφέρον.
592
00:28:22,041 --> 00:28:24,333
Αν αυτή η ιστορία ήταν φανταστική,
593
00:28:24,416 --> 00:28:25,833
θα ήταν αναγκαίο
594
00:28:25,916 --> 00:28:28,583
να επινοήσουμε
ένα απρόσμενο, συναρπαστικό τέλος.
595
00:28:28,666 --> 00:28:30,250
Κάτι έντονο και ιδιαίτερο.
596
00:28:30,333 --> 00:28:33,416
Ο Χένρι θα μπορούσε
να πάει σπίτι και να μετρά λεφτά.
597
00:28:33,500 --> 00:28:36,333
Θα μπορούσε να νιώσει
μια ξαφνική αδιαθεσία.
598
00:28:36,416 --> 00:28:37,875
Έναν πόνο στο στήθος.
599
00:28:38,875 --> 00:28:41,333
Αποφασίζει να πάει για ύπνο. Γδύνεται.
600
00:28:41,416 --> 00:28:43,250
Πάει στην ντουλάπα να βάλει πιτζάμες.
601
00:28:43,333 --> 00:28:46,458
Περνά μπροστά
από τον ολόσωμο καθρέφτη. Σταματά.
602
00:28:46,541 --> 00:28:49,541
Αυτομάτως, από συνήθεια,
αρχίζει να συγκεντρώνεται.
603
00:28:49,625 --> 00:28:51,833
Ξαφνικά, βλέπει μέσα στο σώμα του.
604
00:28:51,916 --> 00:28:54,250
Καλύτερα από ακτινογραφία. Τα βλέπει όλα.
605
00:28:54,333 --> 00:28:56,666
Αρτηρίες, φλέβες, το αίμα να κυκλοφορεί.
606
00:28:56,750 --> 00:28:59,541
Συκώτι, νεφρά, έντερα.
Την καρδιά του να πάλλεται.
607
00:28:59,625 --> 00:29:01,708
Κοιτάζει στο σημείο που πονάει
608
00:29:01,791 --> 00:29:05,958
και βλέπει έναν σκοτεινό όγκο
σε μια μεγάλη φλέβα, δεξιά της καρδιάς.
609
00:29:06,041 --> 00:29:08,916
Ένας θρόμβος. Στην αρχή, δείχνει ακίνητος.
610
00:29:09,000 --> 00:29:12,083
Μετά, κινείται.
Ανεπαίσθητα. Μόνο ένα χιλιοστό.
611
00:29:12,166 --> 00:29:14,708
Το αίμα τρέχει πίσω του και τον προσπερνά,
612
00:29:14,791 --> 00:29:16,083
κι ο θρόμβος προχωρά ξανά.
613
00:29:16,166 --> 00:29:19,166
Τινάζεται μπροστά έναν πόντο.
Ο Χένρι είναι έντρομος.
614
00:29:19,250 --> 00:29:22,666
Ξέρει ότι ένας μεγάλος θρόμβος
ταξιδεύει στη φλέβα του.
615
00:29:22,750 --> 00:29:24,125
Θα φτάσει στην καρδιά.
616
00:29:24,208 --> 00:29:25,500
Θα πεθάνει.
617
00:29:25,583 --> 00:29:28,375
Όχι άσχημο τέλος αν ήταν μυθοπλασία.
Δεν είναι.
618
00:29:28,458 --> 00:29:29,416
Είναι αλήθεια.
619
00:29:29,500 --> 00:29:32,333
Μόνο επινοημένο
είναι το όνομα του Χένρι Σούγκαρ.
620
00:29:32,416 --> 00:29:35,750
Το όνομα του πρέπει να προστατευτεί.
Ακόμα και τώρα.
621
00:29:35,833 --> 00:29:37,875
Εκτός αυτού, είναι αληθινή ιστορία
622
00:29:37,958 --> 00:29:41,000
και, επομένως,
πρέπει να έχει και αληθινό τέλος.
623
00:29:41,083 --> 00:29:42,583
Δείτε τι συνέβη πραγματικά.
624
00:29:46,916 --> 00:29:49,875
Περπάτησε μία ώρα.
Μια δροσερή, ευχάριστη βραδιά.
625
00:29:49,958 --> 00:29:51,583
Η πόλη ακόμα εντελώς ξύπνια.
626
00:29:51,666 --> 00:29:55,041
Ένιωθε την παχιά δεσμίδα
στην εσωτερική του τσέπη.
627
00:29:55,125 --> 00:29:56,500
Τη χτύπησε ελαφρά.
628
00:29:56,583 --> 00:29:58,708
Πολλά χρήματα για δουλειά μίας ώρας.
629
00:29:58,791 --> 00:30:00,791
Κι όμως, ήταν μπερδεμένος.
630
00:30:00,875 --> 00:30:04,583
Δεν καταλάβαινε γιατί δεν ενθουσιαζόταν
με την επιτυχία του.
631
00:30:04,666 --> 00:30:07,333
Τρία χρόνια νωρίτερα, πριν από τη γιόγκα,
632
00:30:07,416 --> 00:30:09,041
θα 'χε ξετρελαθεί από χαρά,
633
00:30:09,125 --> 00:30:11,666
θα έσπευδε σε νάιτ κλαμπ να το γιορτάσει.
634
00:30:11,750 --> 00:30:13,750
Αλλά ο Χένρι δεν ένιωθε χαρά.
635
00:30:13,833 --> 00:30:15,083
Ένιωθε θλίψη.
636
00:30:15,166 --> 00:30:17,916
Κάθε φορά που πόνταρε, η νίκη ήταν βέβαιη.
637
00:30:18,000 --> 00:30:21,083
Καμία έξαψη,
καμία αγωνία, κανένας κίνδυνος.
638
00:30:21,166 --> 00:30:24,083
Μπορούσε να γυρίσει τον κόσμο
βγάζοντας εκατομμύρια.
639
00:30:24,166 --> 00:30:25,750
Θα περνούσε, όμως, καλά;
640
00:30:25,833 --> 00:30:28,000
Κάτι ακόμα. Μήπως αυτή η διαδικασία
641
00:30:28,083 --> 00:30:30,166
απόκτησης δυνάμεων γιόγκι
642
00:30:30,250 --> 00:30:33,833
είχε αλλάξει ριζικά και αμετάκλητα
όλη την κοσμοθεωρία του;
643
00:30:33,916 --> 00:30:35,041
Ήταν πιθανό.
644
00:30:35,750 --> 00:30:38,458
Το επόμενο πρωί, ο Χένρι σηκώθηκε αργά,
645
00:30:38,541 --> 00:30:41,166
είδε την πελώρια δεσμίδα
πάνω στην τουαλέτα,
646
00:30:41,250 --> 00:30:43,208
και δεν την ήθελε.
647
00:31:08,416 --> 00:31:11,875
Καλημέρα σας. Για σας είναι. Ένα δώρο.
648
00:31:14,000 --> 00:31:14,833
Ένα τι;
649
00:31:15,625 --> 00:31:16,958
Βάλτε το στην τσέπη!
650
00:31:18,458 --> 00:31:19,291
Εντάξει.
651
00:31:28,208 --> 00:31:29,250
Τι είναι αυτό;
652
00:31:29,333 --> 00:31:30,166
Χρήματα είναι.
653
00:31:30,250 --> 00:31:31,083
Κρατήστε τα!
654
00:31:41,875 --> 00:31:42,708
Έλα…
655
00:32:17,541 --> 00:32:18,708
Κάποιος χτυπάει.
656
00:32:18,791 --> 00:32:20,541
Τι νομίζετε πως κάνετε;
657
00:32:20,625 --> 00:32:23,208
Συγγνώμη για το πλήθος. Μοιράζω χρήματα.
658
00:32:23,291 --> 00:32:25,750
-Προκαλείτε ταραχές!
-Χρήματα δίνω, απλώς.
659
00:32:25,833 --> 00:32:28,000
Δεν το ξανακάνω. Θα φύγουν σύντομα.
660
00:32:28,083 --> 00:32:31,000
Ο αστυνομικός
έβγαλε από την τσέπη 50 λίρες.
661
00:32:31,083 --> 00:32:34,333
-Πήρατε κι εσείς.
-Είναι στοιχείο. Πού τα βρήκατε;
662
00:32:34,416 --> 00:32:37,166
Τα κέρδισα στο μπλακτζάκ.
Είχα τρομερή ρέντα.
663
00:32:37,250 --> 00:32:39,875
Ο αστυνομικός
σημείωσε το όνομα του καζίνο.
664
00:32:39,958 --> 00:32:41,333
Ρωτήστε, λέω αλήθεια.
665
00:32:41,416 --> 00:32:43,250
Κατέβασε το μπλοκάκι. "Αδιαφορώ".
666
00:32:43,333 --> 00:32:44,958
-Δεν σας νοιάζει;
-Καθόλου.
667
00:32:45,041 --> 00:32:46,583
Βασικά, σας πιστεύω.
668
00:32:46,666 --> 00:32:49,541
Αλλά αυτό
δεν δικαιολογεί καθόλου την πράξη σας.
669
00:32:49,625 --> 00:32:51,958
Γιατί, έκανα κάτι παράνομο;
670
00:32:52,791 --> 00:32:53,708
Παράνομο;
671
00:32:54,458 --> 00:32:55,583
Είστε ηλίθιος!
672
00:32:56,333 --> 00:32:59,708
Αν έχετε την τύχη
να κερδίσετε ένα τόσο μεγάλο ποσό
673
00:32:59,791 --> 00:33:02,750
και θέλετε να το χαρίσετε,
μην το πετάτε από το παράθυρο.
674
00:33:02,833 --> 00:33:06,958
Δώστε το κάπου που θα κάνει καλό.
Ένα νοσοκομείο, ένα ορφανοτροφείο.
675
00:33:07,041 --> 00:33:09,125
Νοσοκομεία και ορφανοτροφεία παντού
676
00:33:09,208 --> 00:33:12,375
δεν έχουν λεφτά
ούτε για χριστουγεννιάτικα δώρα.
677
00:33:12,458 --> 00:33:14,208
Κι έρχεσαι εσύ, κακομαθημένε,
678
00:33:14,291 --> 00:33:16,666
που δεν έχεις ιδέα τι σημαίνει στέρηση,
679
00:33:16,750 --> 00:33:19,666
και πετάς λεφτά από το παράθυρο!
680
00:33:19,750 --> 00:33:22,666
Ο αστυνομικός
κατέβηκε με θόρυβο τις σκάλες.
681
00:33:22,750 --> 00:33:23,666
Ο Χένρι πάγωσε.
682
00:33:23,750 --> 00:33:26,416
Αυτά τα λόγια,
η οργή με την οποία ειπώθηκαν,
683
00:33:26,500 --> 00:33:27,750
χτύπησαν στο ψαχνό.
684
00:33:27,833 --> 00:33:29,375
Ένιωσε ντροπή.
685
00:33:29,458 --> 00:33:30,708
Απαίσιο συναίσθημα.
686
00:33:36,916 --> 00:33:38,000
Τότε, ξαφνικά,
687
00:33:38,083 --> 00:33:41,500
ο Χένρι ένιωσε
να τον διαπερνά μια έντονη ανατριχίλα,
688
00:33:41,583 --> 00:33:45,208
και συνέλαβε μια ιδέα
που θα άλλαζε τα πάντα.
689
00:33:45,291 --> 00:33:46,791
Βημάτιζε πέρα δώθε,
690
00:33:46,875 --> 00:33:49,916
εξετάζοντας τα στοιχεία
που θα την έκαναν εφικτή.
691
00:33:50,000 --> 00:33:52,333
Πρώτον. Θα κερδίζω ένα πολύ μεγάλο ποσό
692
00:33:52,416 --> 00:33:55,416
κάθε μέρα της ζωής μου
από εδώ και στο εξής.
693
00:33:55,500 --> 00:33:59,250
Δύο. Ποτέ στο ίδιο καζίνο
πάνω από μία φορά το εξάμηνο.
694
00:33:59,333 --> 00:34:02,000
Τρία. Όχι υπερβολικά κέρδη
σε μία επίσκεψη.
695
00:34:02,083 --> 00:34:04,333
Όριο οι 50.000 λίρες τη βραδιά.
696
00:34:04,416 --> 00:34:08,166
Τέσσερα. 50.000 λίρες
επί 365 βραδιές τον χρόνο.
697
00:34:08,250 --> 00:34:10,916
Μας κάνει 18,25 εκατομμύρια λίρες.
698
00:34:11,000 --> 00:34:12,166
Πέντε. Θα κινούμαι.
699
00:34:12,250 --> 00:34:14,791
Όχι πάνω από τρεις βραδιές σε κάθε πόλη.
700
00:34:14,875 --> 00:34:16,958
Λονδίνο, Μόντε Κάρλο, Κάνες, Μπιαρίτζ,
701
00:34:17,041 --> 00:34:20,083
Ντοβίλ, Λας Βέγκας,
Πόλη του Μεξικού, Μπουένος Άιρες, Νασάου.
702
00:34:20,166 --> 00:34:24,416
Έξι. Θα ιδρύσω νοσοκομεία
και ορφανοτροφεία σε όλο τον κόσμο.
703
00:34:24,500 --> 00:34:26,791
Ως όνειρο, ίσως ακούγεται γλυκανάλατο,
704
00:34:26,875 --> 00:34:29,083
μα στην πράξη μπορεί να λειτουργήσει.
705
00:34:29,166 --> 00:34:33,208
Εγώ δεν το βρίσκω καθόλου γλυκανάλατο.
Θα είναι αδιανόητα υπέροχο.
706
00:34:33,291 --> 00:34:36,875
Επτά. Χρειάζομαι έναν συνεργάτη,
να παραλαμβάνει τα χρήματα
707
00:34:36,958 --> 00:34:38,541
και να τα διανέμει σωστά.
708
00:34:38,625 --> 00:34:41,791
Κάποιον που να εμπιστεύομαι
βαθιά και κατηγορηματικά.
709
00:34:41,875 --> 00:34:45,041
Ο Τζον Γουίνστον ήταν λογιστής
του Χένρι και του πατέρα του,
710
00:34:45,125 --> 00:34:47,708
και ο πατέρας του λογιστής
του παππού του Χένρι.
711
00:34:47,791 --> 00:34:49,708
Μπορείς να είσαι ο πλουσιότερος στη Γη.
712
00:34:51,833 --> 00:34:54,000
Δεν θέλω να είμαι ο πλουσιότερος στη Γη.
713
00:34:56,583 --> 00:34:59,250
Δεν θα 'μαι στην Αγγλία.
Θα τα παίρνει η Εφορία.
714
00:34:59,333 --> 00:35:01,416
Θα πάω στην Ελβετία. Μα όχι αύριο.
715
00:35:01,500 --> 00:35:04,125
Δεν είμαι εργένης όπως εσύ,
χωρίς δεσμεύσεις.
716
00:35:04,208 --> 00:35:07,000
Θα μιλήσω στην οικογένεια
και τους συνεργάτες μου.
717
00:35:07,083 --> 00:35:09,541
Θα πουλήσω το σπίτι,
θα βρω άλλο στην Ελβετία,
718
00:35:09,625 --> 00:35:11,916
και σχολείο για τα παιδιά. Θέλω χρόνο.
719
00:35:12,000 --> 00:35:15,125
Ένα έτος μετά, ο Χένρι είχε στείλει
λίγο πάνω από 120 εκατ.
720
00:35:15,208 --> 00:35:17,000
στον Γουίνστον στη Λωζάνη.
721
00:35:17,083 --> 00:35:18,708
Κάθε εργάσιμη, έφταναν χρήματα
722
00:35:18,791 --> 00:35:21,250
στην ελβετική Γουίνστον Σούγκαρ ΕΠΕ.
723
00:35:21,333 --> 00:35:24,250
Μόνο ο Τζον κι ο Χένρι
ήξεραν την προέλευση
724
00:35:24,333 --> 00:35:25,708
και τον σκοπό των χρημάτων.
725
00:35:25,791 --> 00:35:27,458
Καλύτερη μέρα ήταν η Δευτέρα,
726
00:35:27,541 --> 00:35:30,125
διότι τότε έφταναν τα κέρδη του τριημέρου
727
00:35:30,208 --> 00:35:31,333
που δεν είχε τράπεζες.
728
00:35:31,416 --> 00:35:33,041
Κινιόταν με φοβερή ταχύτατα
729
00:35:33,125 --> 00:35:35,750
και άλλαζε ταυτότητα
πολλές φορές τη βδομάδα.
730
00:35:35,833 --> 00:35:38,416
Συχνά, το μόνο στοιχείο
για τις κινήσεις του Χένρι
731
00:35:38,500 --> 00:35:42,250
ήταν η διεύθυνση της τράπεζας αποστολής.
Ήταν κάτι απίστευτο.
732
00:36:02,541 --> 00:36:05,958
Ο Χένρι πέθανε πέρυσι,
στα 63 του, από πνευμονική εμβολή.
733
00:36:06,041 --> 00:36:09,166
Κυριολεκτικά, την είδε να έρχεται,
αλλά ήταν ήρεμος.
734
00:36:09,250 --> 00:36:11,833
Εφάρμοζε το σχέδιό του πάνω από 20 χρόνια.
735
00:36:11,916 --> 00:36:14,458
Είχε βγάλει 644 εκατομμύρια λίρες.
736
00:36:14,541 --> 00:36:16,041
Είχε αφήσει 21 εδραιωμένα
737
00:36:16,125 --> 00:36:19,208
και καλά οργανωμένα
νοσοκομεία και ορφανοτροφεία,
738
00:36:19,291 --> 00:36:23,333
που διεύθυνε και χρηματοδοτούσε
από τη Λωζάνη ο Τζον Γουίνστον.
739
00:36:23,416 --> 00:36:24,666
Το έργο του ολοκληρώθηκε.
740
00:36:29,125 --> 00:36:33,208
Πώς τα ξέρω αυτά, θα μου πείτε.
Καλή ερώτηση. Θα σας πω.
741
00:36:33,291 --> 00:36:36,791
Λίγο μετά τον θάνατο του Χένρι,
με πήρε από την Ελβετία ο Τζον.
742
00:36:36,875 --> 00:36:38,291
Συστήθηκε απλώς
743
00:36:38,375 --> 00:36:41,750
ως ο επικεφαλής
της εταιρείας Γουίνστον Σούγκαρ ΕΠΕ
744
00:36:41,833 --> 00:36:44,000
και με ρώτησε
αν θα τον έβρισκα στη Λωζάνη,
745
00:36:44,083 --> 00:36:47,000
για να γράψω
μια σύντομη ιστορία της οργάνωσης.
746
00:36:47,625 --> 00:36:49,250
Δεν ξέρω γιατί με διάλεξε.
747
00:36:49,333 --> 00:36:52,125
Ίσως διάλεξε τυχαία
από λίστα με συγγραφείς.
748
00:36:52,208 --> 00:36:54,375
Θα πλήρωνε καλά, είπε, και πρόσθεσε
749
00:36:54,458 --> 00:36:56,583
"Έφυγε ένας υπέροχος άνθρωπος.
750
00:36:56,666 --> 00:36:58,291
Λεγόταν Χένρι Σούγκαρ.
751
00:36:58,375 --> 00:37:02,125
Πιστεύω ότι ο κόσμος πρέπει να μάθει
για αυτά που πρόσφερε".
752
00:37:02,208 --> 00:37:03,208
Στην άγνοιά μου,
753
00:37:03,291 --> 00:37:06,000
ρώτησα αν η ιστορία
ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα,
754
00:37:06,083 --> 00:37:07,541
ώστε να αξίζει να εκδοθεί.
755
00:37:07,625 --> 00:37:11,041
Ο Τζον Γουίνστον θίχτηκε.
Προσβλήθηκε, μπορώ να πω.
756
00:37:11,625 --> 00:37:13,083
Μέσα σε πέντε λεπτά,
757
00:37:13,166 --> 00:37:16,041
μου είπε στο τηλέφωνο
για τη μυστική καριέρα του Χένρι.
758
00:37:16,125 --> 00:37:17,541
Δεν ήταν πια μυστική.
759
00:37:17,625 --> 00:37:21,083
Ο Χένρι είχε πεθάνει
και δεν θα έμπαινε ξανά σε καζίνο.
760
00:37:21,166 --> 00:37:23,083
"Έρχομαι", είπα.
761
00:37:23,166 --> 00:37:26,000
Στη Λωζάνη γνώρισα τον Τζον,
πλέον πάνω από 70 ετών,
762
00:37:26,083 --> 00:37:27,291
και τον Μαξ Ένγκελμαν,
763
00:37:27,375 --> 00:37:30,291
γνωστό μακιγιέρ,
που ταξίδευε μαζί με τον Χένρι
764
00:37:30,375 --> 00:37:33,166
και αναλάμβανε
τις εξαίσιες μεταμφιέσεις του.
765
00:37:33,250 --> 00:37:37,333
Ήταν συντετριμμένοι με τον χαμό του Χένρι.
Ο Μαξ πιο πολύ κι απ' τον Τζον.
766
00:37:37,416 --> 00:37:39,625
Τον αγαπούσα. Σπουδαίος άνθρωπος.
767
00:37:39,708 --> 00:37:42,666
Ο Γουίνστον μού έδειξε
το αυθεντικό μπλε τετράδιο
768
00:37:42,750 --> 00:37:45,666
που έγραψε ο Τσάτερτζι
στην Καλκούτα το 1935.
769
00:37:45,750 --> 00:37:47,833
Αργότερα, το αντέγραψα πιστά.
770
00:37:47,916 --> 00:37:49,375
"Κάτι τελευταίο", είπα.
771
00:37:49,458 --> 00:37:53,083
Τον λέτε Χένρι Σούγκαρ,
ενώ είπατε ότι δεν τον έλεγαν έτσι.
772
00:37:53,166 --> 00:37:56,375
Δεν θέλετε να πω το αληθινό όνομα
όταν γράψω την ιστορία;"
773
00:37:56,458 --> 00:37:57,750
-Όχι.
-…είπε ο Τζον.
774
00:37:57,833 --> 00:38:00,208
Έχουμε υποσχεθεί να μην το αποκαλύψουμε.
775
00:38:00,291 --> 00:38:02,750
Υποθέτω ότι αργά ή γρήγορα θα διαρρεύσει.
776
00:38:02,833 --> 00:38:04,833
Καταγόταν από γνωστή αγγλική οικογένεια,
777
00:38:04,916 --> 00:38:07,500
αλλά θα το εκτιμούσα
αν δεν το αναζητήσετε.
778
00:38:07,583 --> 00:38:09,791
Πείτε τον απλώς κύριο Χένρι Σούγκαρ.
779
00:38:11,833 --> 00:38:13,291
Κι αυτό ακριβώς έκανα.
780
00:38:20,791 --> 00:38:24,583
"Η Υπέροχη Ιστορία του Χένρι Σούγκαρ"
γράφτηκε από τον Ρόαλντ Νταλ
781
00:38:24,666 --> 00:38:28,916
στην καλύβα του στο Τσιγγάνικο Σπίτι
στο Γκρέιτ Μίσεντεν στο Μπάκιγχαμσιρ
782
00:38:29,000 --> 00:38:31,416
μεταξύ Φεβρουαρίου
και Δεκεμβρίου του 1976.
783
00:38:37,458 --> 00:38:40,583
ΙΙ
Ο ΚΥΚΝΟΣ
784
00:38:40,666 --> 00:38:42,166
ΔΗΜΟΣΙΟ ΜΟΝΟΠΑΤΙ
785
00:38:42,250 --> 00:38:45,083
Στον Έρνι χάρισαν ένα τουφέκι
ως δώρο γενεθλίων.
786
00:38:45,166 --> 00:38:48,750
Πήρε όπλο και σφαίρες,
και πήγε να βρει κάτι να σκοτώσει.
787
00:38:48,833 --> 00:38:50,041
Στο σπίτι του Ρέιμοντ,
788
00:38:50,125 --> 00:38:53,458
έχωσε δυο δάχτυλα στο στόμα
και σφύριξε διαπεραστικά.
789
00:38:54,250 --> 00:38:57,125
Ο Ρέιμοντ ήταν κολλητός του.
Έμενε λίγο παρακάτω.
790
00:38:57,208 --> 00:38:59,250
Σήκωσε το όπλο πάνω από το κεφάλι.
791
00:38:59,333 --> 00:39:02,166
"Καλά θα περάσουμε με τούτο!"
είπε ο Ρέιμοντ.
792
00:39:03,125 --> 00:39:06,375
Τα δυο αγόρια έφυγαν.
Ήταν Μάιος, Σάββατο πρωί.
793
00:39:06,458 --> 00:39:08,416
Οι καστανιές ήταν ολάνθιστες,
794
00:39:08,500 --> 00:39:10,958
και τα άνθη του κράταιγου λευκά.
795
00:39:11,041 --> 00:39:13,875
Καθώς Έρνι και Ρέιμοντ
προχωρούσαν στο μονοπάτι,
796
00:39:13,958 --> 00:39:15,958
έριχναν σε όποιο πουλάκι έβλεπαν.
797
00:39:16,041 --> 00:39:18,875
Πύρρουλες, σπουργίτες,
θαμνοτσιροβάκους, σιταρήθρες.
798
00:39:18,958 --> 00:39:22,000
Όταν έφτασαν στις γραμμές του τρένου,
14 πουλάκια
799
00:39:22,083 --> 00:39:23,583
κρέμονταν ήδη από ένα σχοινί.
800
00:39:24,416 --> 00:39:27,583
"Κοίτα!" ψιθύρισε ο Έρνι
κι έδειξε με το χέρι. "Εκεί!"
801
00:39:27,666 --> 00:39:29,500
Ένα αγόρι κοιτούσε με τα κυάλια
802
00:39:29,583 --> 00:39:32,166
στα κλαδιά ενός γέρικου δέντρου.
803
00:39:32,250 --> 00:39:33,833
"Ο μπούφος ο Γουότσον!"
804
00:39:35,333 --> 00:39:37,208
Ο Πίτερ Γουότσον ήταν μικρόσωμος,
805
00:39:37,291 --> 00:39:40,250
με φακίδες και γυαλιά με χοντρούς φακούς.
806
00:39:40,333 --> 00:39:41,583
Ήταν λαμπρός μαθητής,
807
00:39:41,666 --> 00:39:44,458
τελειόφοιτος ήδη, κι ας ήταν μόλις 13.
808
00:39:44,541 --> 00:39:47,291
Λάτρευε τη μουσική και έπαιζε καλό πιάνο.
809
00:39:47,375 --> 00:39:49,875
Ήσυχος, ευγενής,
δεν το 'χε με το παιχνίδι.
810
00:39:51,791 --> 00:39:55,041
Τα δυο μεγαλύτερα παιδιά
πλησίασαν το αγόρι αθόρυβα.
811
00:39:57,041 --> 00:39:59,541
Δεν τους πρόσεξε. Κοιτούσε με τα κυάλια,
812
00:39:59,625 --> 00:40:02,208
κι αυτό που έβλεπε τον είχε απορροφήσει.
813
00:40:03,208 --> 00:40:05,583
"Ψηλά τα χέρια!"
φώναξε ο Έρνι σημαδεύοντάς τον.
814
00:40:05,666 --> 00:40:07,250
Ο Πίτερ Γουότσον σάστισε.
815
00:40:09,250 --> 00:40:11,916
Κοίταξε τους δύο εισβολείς
μέσα από τα κυάλια.
816
00:40:12,000 --> 00:40:14,250
"Άντε, ψηλά τα χέρια!" φώναξε ο Έρνι.
817
00:40:14,333 --> 00:40:15,666
Ο Γουότσον δεν σάλεψε.
818
00:40:15,750 --> 00:40:18,458
Έμεινε να κρατά τα κυάλια
και με τα δύο χέρια.
819
00:40:18,541 --> 00:40:20,291
Κοίταζε τα δύο αγόρια.
820
00:40:20,375 --> 00:40:23,875
Δεν φοβόταν, αλλά ήξερε
πως δεν σήκωναν αστεία.
821
00:40:23,958 --> 00:40:26,500
Τον είχαν ταλαιπωρήσει πολύ στο παρελθόν.
822
00:40:26,583 --> 00:40:27,625
Πάνω τα χέρια.
823
00:40:27,708 --> 00:40:29,583
Ήταν η μόνη λογική επιλογή.
824
00:40:29,666 --> 00:40:32,500
Ο Ρέιμοντ πλησίασε
και του άρπαξε τα κυάλια.
825
00:40:32,583 --> 00:40:34,416
"Ποιον κατασκοπεύεις;" φώναξε.
826
00:40:34,500 --> 00:40:36,708
Ο Γουότσον ζύγισε την κατάσταση.
827
00:40:36,791 --> 00:40:39,500
Αν έτρεχε να φύγει,
θα τον έπιαναν στο λεπτό.
828
00:40:39,583 --> 00:40:42,083
Αν φώναζε βοήθεια,
κανείς δεν θα τον άκουγε.
829
00:40:42,166 --> 00:40:44,333
Η μόνη επιλογή ήταν να μείνει ήρεμος
830
00:40:44,416 --> 00:40:46,708
και να τους πιάσει με το καλό.
831
00:40:46,791 --> 00:40:49,166
"Κοιτούσα έναν πράσινο τρυποκάρυδο", είπε.
832
00:40:49,250 --> 00:40:52,416
"Έναν τι;"
"Τρυποκάρυδο. Αρσενικό". Picus viridis.
833
00:40:52,500 --> 00:40:55,750
"Χτυπούσε με το ράμφος τον κορμό
για να βρει σκουλήκια".
834
00:40:55,833 --> 00:40:57,833
"Πού;" είπε ο Έρνι και σήκωσε το όπλο.
835
00:40:57,916 --> 00:41:00,125
"Θα τον πετύχω!" "Όχι", είπε ο Πίτερ,
836
00:41:00,208 --> 00:41:03,208
κοιτώντας τα νεκρά πουλιά
πάνω από τον ώμο του Ρέιμοντ.
837
00:41:03,291 --> 00:41:06,750
"Έφυγε μόλις φώναξες.
Οι τρυποκάρυδοι φοβούνται εύκολα".
838
00:41:12,583 --> 00:41:14,416
Ο Ρέιμοντ ψιθύρισε κάτι στον Έρνι.
839
00:41:14,500 --> 00:41:16,875
Αυτός χτύπησε τον μηρό του. "Καλή ιδέα!"
840
00:41:16,958 --> 00:41:19,666
Άφησε το όπλο στο έδαφος
και πλησίασε το αγόρι.
841
00:41:19,750 --> 00:41:21,125
Το έριξε κάτω.
842
00:41:21,208 --> 00:41:24,000
Ο Ρέιμοντ έβγαλε σπάγγο
κι έκοψε ένα κομμάτι.
843
00:41:24,083 --> 00:41:26,208
Έδεσαν σφιχτά τους καρπούς του Πίτερ.
844
00:41:26,291 --> 00:41:27,791
"Τώρα πόδια", είπε ο Ρέιμοντ.
845
00:41:27,875 --> 00:41:30,541
Αντιστάθηκε
και δέχτηκε γροθιά στο στομάχι.
846
00:41:30,625 --> 00:41:32,333
Διπλώθηκε κι έμεινε ακίνητος.
847
00:41:32,416 --> 00:41:34,833
Τα αγόρια τού έδεσαν τους αστραγάλους,
848
00:41:34,916 --> 00:41:36,375
σφιχτά σαν κοτόπουλο.
849
00:41:36,458 --> 00:41:37,916
Ο Έρνι πήρε το όπλο του
850
00:41:38,000 --> 00:41:41,166
και οι δυο τους
τον μετέφεραν στις γραμμές του τρένου.
851
00:41:41,250 --> 00:41:43,208
Ο Πίτερ Γουότσον δεν έβγαζε άχνα.
852
00:41:43,291 --> 00:41:46,083
Ό,τι κι αν σχεδίαζαν,
δεν θα ωφελούσε αν μιλούσε.
853
00:41:46,166 --> 00:41:48,000
Τον έσυραν μέχρι το ανάχωμα
854
00:41:48,083 --> 00:41:51,166
και τον ξάπλωσαν πάνω στις ράγες.
Αυτές τις ράγες.
855
00:41:53,166 --> 00:41:54,375
Αυτές εδώ τις ράγες.
856
00:41:54,458 --> 00:41:57,375
Σ' εμένα συνέβη, πάνε 27 χρόνια.
Είμαι ο Πίτερ Γουότσον.
857
00:41:58,958 --> 00:42:00,541
"Σπάγγο", είπε ο Έρνι.
858
00:42:04,625 --> 00:42:06,708
Όταν τέλειωσαν, ο Πίτερ ήταν αβοήθητος,
859
00:42:06,791 --> 00:42:08,458
δεμένος σφιχτά στις ράγες.
860
00:42:08,541 --> 00:42:11,208
Μόνο κεφάλι και πόδια μπορούσε να σαλέψει.
861
00:42:11,291 --> 00:42:14,125
Τα αγόρια έκαναν λίγο πίσω,
να δουν το έργο τους.
862
00:42:14,208 --> 00:42:16,125
"Σένια δουλειά", είπε ο Έρνι.
863
00:42:16,208 --> 00:42:19,083
"Είναι φόνος",
είπε το αγόρι από τις ράγες.
864
00:42:19,166 --> 00:42:21,083
"Όχι απαραίτητα", είπε ο Έρνι.
865
00:42:21,166 --> 00:42:23,125
"Ανάλογα με το κενό του τρένου.
866
00:42:23,208 --> 00:42:25,875
Με ίσιο το σώμα, μπορεί να τη γλιτώσεις".
867
00:42:27,333 --> 00:42:30,750
Σκαρφάλωσαν στο ανάχωμα
και κάθισαν πίσω από κάτι θάμνους.
868
00:42:30,833 --> 00:42:32,958
Ο Έρνι έβγαλε τσιγάρα. Κάπνισαν.
869
00:42:33,041 --> 00:42:35,250
Ο Πίτερ ήξερε πως δεν θα τον άφηναν.
870
00:42:35,333 --> 00:42:37,250
Ήταν επικίνδυνα παιδιά, θεότρελα.
871
00:42:37,333 --> 00:42:39,791
Επικίνδυνα, θεότρελα, ανόητα παιδιά.
872
00:42:39,875 --> 00:42:42,625
"Πρέπει να ηρεμήσω.
Να σκεφτώ", μονολόγησε.
873
00:42:42,708 --> 00:42:44,833
Ασάλευτος, ζύγισε την κατάσταση.
874
00:42:44,916 --> 00:42:46,791
Πιο πολύ εξείχε η μύτη του.
875
00:42:46,875 --> 00:42:50,541
Υπολόγιζε πως η μύτη του
έφτανε 10 εκατοστά πάνω από τις ράγες.
876
00:42:50,625 --> 00:42:53,166
Ήταν πολύ;
Με τις ντιζελομηχανές, δεν ήξερε.
877
00:42:53,250 --> 00:42:56,333
Το κεφάλι ακουμπούσε σε χαλίκια
μεταξύ δύο στρωτήρων.
878
00:42:56,416 --> 00:42:58,666
Έπρεπε να τα βαθουλώσει λίγο.
879
00:42:58,750 --> 00:43:01,541
Άρχισε να στριφογυρνά το κεφάλι,
διώχνοντάς τα
880
00:43:01,625 --> 00:43:04,375
και δημιουργώντας σταδιακά
μια μικρή εσοχή.
881
00:43:04,458 --> 00:43:06,791
Υπολόγισε πως χαμήλωσε
το κεφάλι 5 εκατοστά.
882
00:43:06,875 --> 00:43:08,833
Θα ήταν αρκετό. Τα πόδια, όμως;
883
00:43:08,916 --> 00:43:11,791
Γύρισε τα πέλματα προς τα μέσα,
να χαμηλώσουν,
884
00:43:11,875 --> 00:43:13,583
και περίμενε το τρένο.
885
00:43:13,666 --> 00:43:17,250
Αναρωτήθηκε αν θα δημιουργούνταν
κενό αέρος κάτω από το τρένο
886
00:43:17,333 --> 00:43:20,375
που, ενώ έτρεχε, θα τον ρούφαγε
προς τα πάνω. Ίσως.
887
00:43:20,458 --> 00:43:21,958
Έπρεπε να επικεντρωθεί
888
00:43:22,041 --> 00:43:24,791
στο να πιέσει όλο του το σώμα στο έδαφος.
889
00:43:24,875 --> 00:43:28,666
"Μη χαλαρώνεις. Σφιχτό σώμα,
τεντωμένο και κολλημένο στο έδαφος".
890
00:43:28,750 --> 00:43:30,875
Ο Πίτερ κοιτούσε τον λευκό ουρανό.
891
00:43:30,958 --> 00:43:33,750
Ένα μοναχικό σύννεφο προχωρούσε αργά.
892
00:43:33,833 --> 00:43:35,583
Ένα αεροπλάνο έσχισε το σύννεφο.
893
00:43:35,666 --> 00:43:37,833
Ένα μονοπλάνο με κόκκινη άτρακτο.
894
00:43:37,916 --> 00:43:42,000
Ένα παλιό Piper Cub, λογικά.
Το κοίταζε μέχρι που εξαφανίστηκε.
895
00:43:42,083 --> 00:43:43,166
Έπειτα, άξαφνα,
896
00:43:43,250 --> 00:43:47,083
άκουσε έναν παράξενο ήχο
κι ένιωσε μια δόνηση μέσα από τις ράγες.
897
00:43:47,166 --> 00:43:50,291
Ένας ανεπαίσθητος ψίθυρος,
που μόλις ακουγόταν
898
00:43:50,375 --> 00:43:53,166
κι έμοιαζε να φτάνει από μακριά
μέσα από τις ράγες.
899
00:43:58,916 --> 00:44:01,666
Ο Πίτερ σήκωσε το κεφάλι
και κοίταξε τη γραμμή
900
00:44:01,750 --> 00:44:03,916
που απλωνόταν ένα μίλι μακριά.
901
00:44:04,000 --> 00:44:04,958
Είδε το τρένο.
902
00:44:05,041 --> 00:44:07,916
Πρώτα μια μαύρη κουκκίδα,
μα όσο κρατούσε όρθιο το κεφάλι
903
00:44:08,000 --> 00:44:09,541
η κουκκίδα ολοένα μεγάλωνε
904
00:44:09,625 --> 00:44:12,000
και έπαιρνε μορφή. Δεν ήταν πια κουκκίδα,
905
00:44:12,083 --> 00:44:15,291
μα το μεγάλο, τετράγωνο
πρόσθιο μέρος μιας ντιζελομηχανής.
906
00:44:15,375 --> 00:44:17,625
Έριξε πίσω το κεφάλι, το πίεσε δυνατά
907
00:44:17,708 --> 00:44:19,750
μέσα στην εσοχή στο χαλίκι
908
00:44:19,833 --> 00:44:21,291
και γύρισε τις πατούσες.
909
00:44:21,375 --> 00:44:24,333
Έκλεισε σφιχτά τα μάτια
και πίεσε το σώμα του κάτω.
910
00:44:24,416 --> 00:44:27,208
Το τρένο κατέφθασε με εκκωφαντικό θόρυβο.
911
00:44:27,291 --> 00:44:28,916
Σαν κρότος όπλου στο κεφάλι του.
912
00:44:29,000 --> 00:44:31,625
Ακολούθησε ένας δυνατός αέρας
σαν ουρλιαχτό,
913
00:44:31,708 --> 00:44:35,041
σαν τυφώνας που από τα ρουθούνια
έφτανε στους πνεύμονες.
914
00:44:35,125 --> 00:44:37,833
Ο θόρυβος ήταν διαλυτικός.
Ο αέρας τον έπνιγε.
915
00:44:37,916 --> 00:44:39,916
Ένιωσε σαν να τον τρώνε ζωντανό
916
00:44:40,000 --> 00:44:43,875
και να καταλήγει στο στομάχι
ενός φονικού τέρατος που ούρλιαζε.
917
00:44:43,958 --> 00:44:46,083
Μετά, τίποτα. Το τρένο είχε φύγει.
918
00:44:46,791 --> 00:44:49,250
Άνοιξε τα μάτια και κοίταξε τον ουρανό
919
00:44:49,333 --> 00:44:51,833
και το σύννεφο που ακόμα περιπλανιόταν.
920
00:44:51,916 --> 00:44:54,375
Όλα είχαν τελειώσει. Τα είχε καταφέρει.
921
00:45:00,916 --> 00:45:02,583
-"Λύσε τον".
-Είπε ο Έρνι.
922
00:45:02,666 --> 00:45:05,458
Ο Ρέιμοντ έκοψε τον σπάγγο από τις ράγες.
923
00:45:05,541 --> 00:45:07,875
"Λύσε τα πόδια, άσε τα χέρια δεμένα".
924
00:45:07,958 --> 00:45:10,250
Ο Ρέιμοντ τού έλυσε τους αστραγάλους.
925
00:45:10,333 --> 00:45:13,375
"Είσαι ακόμα αιχμάλωτος, φιλαράκο",
είπε ο Έρνι.
926
00:45:13,458 --> 00:45:17,416
Μέσα από το διπλανό χωράφι,
τα αγόρια οδήγησαν τον Πίτερ στη λίμνη.
927
00:45:17,500 --> 00:45:20,125
Οι καρποί του αιχμαλώτου
ήταν ακόμα δεμένοι.
928
00:45:20,208 --> 00:45:22,208
Ο Έρνι είχε το όπλο στο ελεύθερο χέρι
929
00:45:22,291 --> 00:45:25,208
κι ο Ρέιμοντ κρατούσε τα κυάλια του Πίτερ.
930
00:45:28,833 --> 00:45:30,250
Η λίμνη ήταν στενόμακρη,
931
00:45:30,333 --> 00:45:32,583
με ψηλές ιτιές στις όχθες της.
932
00:45:32,666 --> 00:45:34,458
Στη μέση, το νερό ήταν διαυγές.
933
00:45:34,541 --> 00:45:37,000
Προς την όχθη, ήταν ένα δάσος από βούρλα.
934
00:45:37,083 --> 00:45:39,750
"Και τώρα προτείνω το εξής", είπε ο Έρνι.
935
00:45:39,833 --> 00:45:41,791
"Εσύ πιάνεις τα χέρια, εγώ τα πόδια,
936
00:45:41,875 --> 00:45:45,791
και τον πετάμε όσο πιο μακριά μπορούμε
πάνω από τις καλαμιές".
937
00:45:45,875 --> 00:45:48,500
"Κοίτα εκεί!", τον διέκοψε ο Ρέιμοντ.
"Πάνω του!"
938
00:45:48,583 --> 00:45:50,541
Ο Πίτερ γύρισε. Τον είδε αμέσως.
939
00:45:50,625 --> 00:45:53,583
Σε μια φωλιά, φτιαγμένη
από έναν πελώριο σωρό από καλάμια,
940
00:45:53,666 --> 00:45:55,791
εξήντα πόντους από την επιφάνεια,
941
00:45:55,875 --> 00:46:00,041
ένας υπέροχος λευκός κύκνος,
γαλήνιος, σαν άλλη Κυρά της Λίμνης.
942
00:46:00,125 --> 00:46:03,583
Έστρεψε το κεφάλι προς τα αγόρια,
επιφυλακτικός, θορυβημένος.
943
00:46:03,666 --> 00:46:06,041
"Κοίτα ομορφιά!" αναφώνησε ο Ρέιμοντ.
944
00:46:06,125 --> 00:46:09,583
Ο Έρνι άφησε το χέρι του αιχμαλώτου
και σήκωσε το όπλο.
945
00:46:09,666 --> 00:46:13,166
"Εδώ είναι… Είναι καταφύγιο πουλιών",
ψέλλισε ο Πίτερ.
946
00:46:13,250 --> 00:46:15,083
"Τι πράγμα;" ρώτησε ο Έρνι.
947
00:46:15,166 --> 00:46:18,333
Ο Πίτερ ένιωσε την οργή
να φουντώνει μέσα του.
948
00:46:18,416 --> 00:46:20,125
Προσπάθησε να μείνει ήρεμος.
949
00:46:20,208 --> 00:46:22,541
"Είναι το πιο προστατευόμενο είδος,
950
00:46:22,625 --> 00:46:26,083
και δεν πυροβολείς
πουλί στη φωλιά του. Ίσως έχει μωρά.
951
00:46:26,166 --> 00:46:29,375
Μην το κάνεις. Σε παρακαλώ.
Μη, σε ικετεύω! Σταμάτα!"
952
00:46:30,958 --> 00:46:33,125
Η σφαίρα βρήκε
το όμορφο κεφάλι του πουλιού,
953
00:46:33,208 --> 00:46:36,291
κι ο μακρύς λαιμός του
κύλησε αργά στο πλάι της φωλιάς.
954
00:46:46,666 --> 00:46:47,500
Άνοιξε.
955
00:47:00,500 --> 00:47:02,875
"Λύσε του τα χέρια.
Θα 'ναι το κυνηγόσκυλο".
956
00:47:02,958 --> 00:47:05,833
Ο Ρέιμοντ έκοψε τον σπάγγο
από τους καρπούς του.
957
00:47:05,916 --> 00:47:07,000
"Τράβα φέρ' τον!"
958
00:47:07,083 --> 00:47:08,291
"Αρνούμαι", είπα.
959
00:47:09,125 --> 00:47:12,250
Ο Έρνι χτύπησε τον Πίτερ
στο πρόσωπο με την παλάμη.
960
00:47:12,333 --> 00:47:14,916
Ένα ρυάκι αίμα έτρεξε από το ρουθούνι του.
961
00:47:15,000 --> 00:47:18,583
"Πες όχι άλλη μια φορά
και σου υπόσχομαι ένα πράγμα:
962
00:47:18,666 --> 00:47:21,500
θα σου σπάσω
τα κάτασπρα μπροστινά σου δόντια,
963
00:47:21,583 --> 00:47:23,625
πάνω και κάτω. Με κατάλαβες;"
964
00:47:23,708 --> 00:47:24,666
Ο Πίτερ σιωπούσε.
965
00:47:24,750 --> 00:47:26,958
"Μίλα!" γάβγισε ο Έρνι. "Κατάλαβες;"
966
00:47:27,041 --> 00:47:29,708
"Ναι", είπε σιγανά ο Γουότσον. "Κατάλαβα".
967
00:47:30,583 --> 00:47:32,416
Δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια του
968
00:47:32,500 --> 00:47:34,833
καθώς κατέβαινε την όχθη
κι έμπαινε στο νερό.
969
00:47:34,916 --> 00:47:38,500
Έφτασε στον νεκρό κύκνο
και τον σήκωσε τρυφερά με τα δυο χέρια.
970
00:47:38,583 --> 00:47:42,041
Από κάτω βρίσκονταν δυο κυκνάκια,
καλυμμένα με γκρίζο χνούδι,
971
00:47:42,125 --> 00:47:44,416
κουλουριασμένα στο κέντρο της φωλιάς.
972
00:47:44,500 --> 00:47:46,750
"Αβγά;" φώναξε ο Έρνι από την όχθη.
973
00:47:51,416 --> 00:47:53,791
"Όχι", απάντησε ο Πίτερ. "Τίποτα".
974
00:47:59,000 --> 00:48:01,666
Μετέφερε τον νεκρό κύκνο στην όχθη.
975
00:48:01,750 --> 00:48:05,541
Τον απίθωσε απαλά στο έδαφος,
σηκώθηκε και κοίταξε τους άλλους.
976
00:48:05,625 --> 00:48:08,833
Τα μάτια του, δακρυσμένα ακόμη,
άστραφταν από οργή.
977
00:48:08,916 --> 00:48:11,333
"Εσείς έπρεπε να είχατε πεθάνει", είπε.
978
00:48:11,416 --> 00:48:14,833
Ο Έρνι φάνηκε να ξαφνιάζεται λίγο,
αλλά συνήλθε ταχύτατα.
979
00:48:14,916 --> 00:48:18,000
Μια δυσοίωνη σπίθα
χόρεψε στα μικρά μαύρα μάτια του.
980
00:48:20,291 --> 00:48:21,791
"Το μαχαίρι, Ρέιμοντ".
981
00:48:24,416 --> 00:48:27,333
Στην ένωση της φτερούγας με το σώμα
υπάρχει μια άρθρωση.
982
00:48:27,416 --> 00:48:30,916
Ο Έρνι γλίστρησε μέσα της το μαχαίρι
κι έκοψε τον τένοντα.
983
00:48:31,000 --> 00:48:32,666
Το μαχαίρι ήταν κοφτερό
984
00:48:32,750 --> 00:48:35,125
και σύντομα η φτερούγα αφαιρέθηκε όλη.
985
00:48:35,208 --> 00:48:37,875
Ο Έρνι γύρισε τον κύκνο
κι έκοψε και την άλλη.
986
00:48:37,958 --> 00:48:40,458
"Σπάγγο", είπε
κι άπλωσε το χέρι προς τον Ρέιμοντ.
987
00:48:43,000 --> 00:48:45,333
Έκοψε οκτώ κομμάτια των 90 εκατοστών
988
00:48:45,416 --> 00:48:48,791
και τα έδεσε κατά μήκος
του πάνω μέρους της φτερούγας.
989
00:48:48,875 --> 00:48:50,125
"Άπλωσε τα χέρια".
990
00:48:53,416 --> 00:48:55,875
Ο Πίτερ στεκόταν στον ήλιο πλάι στη λίμνη
991
00:48:55,958 --> 00:48:57,500
αυτό το όμορφο πρωινό του Μάη,
992
00:48:57,583 --> 00:48:59,916
με τις άψυχες, ελαφρά ματωμένες φτερούγες
993
00:49:00,000 --> 00:49:02,291
να κρέμονται άχαρα από τις δυο μεριές.
994
00:49:02,375 --> 00:49:05,416
Ο Έρνι χτύπησε παλαμάκια
και χόρεψε στο γρασίδι.
995
00:49:12,416 --> 00:49:14,666
"Τελείωσες;" ρώτησε ο Πίτερ Γουότσον.
996
00:49:14,750 --> 00:49:17,291
"Οι κύκνοι δεν μιλάνε", είπε ο Έρνι.
997
00:49:17,375 --> 00:49:21,375
Περπάτησαν κατά μήκος της όχθης
ώσπου έφτασαν σε μια ψηλή ιτιά.
998
00:49:21,458 --> 00:49:23,583
Τα κλαδιά κρέμονταν από μεγάλο ύψος,
999
00:49:23,666 --> 00:49:26,125
σχεδόν άγγιζαν την επιφάνεια της λίμνης.
1000
00:49:26,875 --> 00:49:28,500
"Και τώρα, κύριε Κύκνε,
1001
00:49:28,583 --> 00:49:30,750
θα σκαρφαλώσεις στην κορυφή,
1002
00:49:30,833 --> 00:49:33,125
θα ανοίξεις τα φτερά και θα πετάξεις!"
1003
00:49:33,208 --> 00:49:35,041
"Φοβερό!" κραύγασε ο Ρέιμοντ.
1004
00:49:35,125 --> 00:49:36,541
Η σκέψη να βρεθεί ψηλά,
1005
00:49:36,625 --> 00:49:39,708
μακριά από αυτούς τους βάρβαρους,
άρεσε στον Πίτερ.
1006
00:49:39,791 --> 00:49:41,875
Δεν σκόπευε να το κουνήσει από κει.
1007
00:49:41,958 --> 00:49:44,416
Δεν θα έκαναν
τον κόπο να τον ακολουθήσουν.
1008
00:49:44,500 --> 00:49:46,875
Κι αν το έκαναν,
θα σκαρφάλωνε σε ένα κλαδί
1009
00:49:46,958 --> 00:49:49,125
που δεν θα σήκωνε το βάρος δύο ανθρώπων.
1010
00:49:49,208 --> 00:49:53,083
Ήταν αρκετά εύκολο να σκαρφαλώσει,
με χαμηλά κλαδιά για να πατήσει.
1011
00:49:53,166 --> 00:49:55,083
"Πιο ψηλά!" φώναξε ο Έρνι. "Μπρος!"
1012
00:49:55,166 --> 00:49:58,333
Ο Πίτερ έφτασε σε ένα σημείο
όπου δεν ανέβαινε άλλο.
1013
00:49:58,416 --> 00:50:01,458
Στεκόταν σε ένα κλαδί
παχύ σαν καρπός χεριού,
1014
00:50:01,541 --> 00:50:03,958
που απλωνόταν μέχρι βαθιά
πάνω από τη λίμνη
1015
00:50:04,041 --> 00:50:05,833
και στην άκρη χαμήλωνε με χάρη.
1016
00:50:05,916 --> 00:50:07,875
Στάθηκε να ξεκουραστεί.
1017
00:50:07,958 --> 00:50:11,500
Ήταν πολύ ψηλά, τουλάχιστον 15 μέτρα.
Δεν έβλεπε τους άλλους.
1018
00:50:11,583 --> 00:50:14,208
Δεν στέκονταν πια στη βάση του δέντρου.
1019
00:50:14,291 --> 00:50:15,458
"Άκου προσεκτικά!"
1020
00:50:15,541 --> 00:50:17,375
Είχαν απομακρυνθεί από το δέντρο,
1021
00:50:17,458 --> 00:50:20,791
σε σημείο από όπου έβλεπαν καθαρά
το αγόρι στην κορυφή.
1022
00:50:20,875 --> 00:50:22,125
Κοιτάζοντάς κάτω,
1023
00:50:22,208 --> 00:50:24,375
ο Πίτερ συνειδητοποίησε
πόσο αραιά και λεπτά
1024
00:50:24,458 --> 00:50:26,125
ήταν τα φύλλα μιας ιτιάς.
1025
00:50:26,208 --> 00:50:28,083
Ελάχιστη κάλυψη του πρόσφεραν.
1026
00:50:28,166 --> 00:50:30,125
"Άρχισε να περπατάς στο κλαδί.
1027
00:50:30,208 --> 00:50:34,083
Προχώρα μέχρι να φτάσεις
πάνω από τα λασπόνερα κι έπειτα πέτα!"
1028
00:50:34,166 --> 00:50:35,916
Ο Γουότσον έμεινε ασάλευτος.
1029
00:50:36,000 --> 00:50:38,916
Συνέχισε να κοιτά
τις μακρινές φιγούρες στο χωράφι.
1030
00:50:39,000 --> 00:50:41,458
Στέκονταν ακίνητοι και τον κοιτούσαν.
1031
00:50:41,541 --> 00:50:42,750
"Θα μετρήσω ως το δέκα.
1032
00:50:42,833 --> 00:50:46,541
Αν δεν απλώσεις τα φτερά σου να πετάξεις,
θα σου ρίξω.
1033
00:50:46,625 --> 00:50:49,083
Θα 'χω σκοτώσει δύο κύκνους σήμερα.
1034
00:50:49,166 --> 00:50:50,541
Ξεκινάμε.
1035
00:50:50,625 --> 00:50:56,333
Ένα, δύο, τρία, τέσσερα, πέντε, έξι!"
1036
00:50:56,416 --> 00:51:00,791
Ο Γουότσον παρέμεινε ακίνητος.
Για κανέναν λόγο δεν θα μετακινούνταν.
1037
00:51:00,875 --> 00:51:04,166
"Εφτά, οκτώ, εννιά, δέκα!"
1038
00:51:04,250 --> 00:51:06,708
Ο Πίτερ είδε το όπλο να παίρνει θέση.
1039
00:51:06,791 --> 00:51:08,166
Το είδε να τον σημαδεύει.
1040
00:51:08,250 --> 00:51:09,833
Άκουσε τον κρότο
1041
00:51:09,916 --> 00:51:12,625
και τη σφαίρα να σφυρίζει
δίπλα από το κεφάλι του.
1042
00:51:16,000 --> 00:51:17,958
Ήταν τρομακτικό, μα δεν σάλεψε.
1043
00:51:18,041 --> 00:51:20,291
Είδε τον Έρνι να ξαναγεμίζει.
1044
00:51:20,375 --> 00:51:23,500
"Τελευταία ευκαιρία", φώναξε.
"Την επόμενη θα τη φας!"
1045
00:51:23,583 --> 00:51:24,416
Ο Πίτερ περίμενε.
1046
00:51:24,500 --> 00:51:26,208
Τον έβλεπε μέσα στις νεραγκούλες,
1047
00:51:26,291 --> 00:51:28,708
πέρα στο λιβάδι, δίπλα στο άλλο αγόρι.
1048
00:51:28,791 --> 00:51:30,916
Το όπλο ανέβηκε ξανά στον ώμο.
1049
00:51:31,000 --> 00:51:34,291
Άκουσε τον ήχο της σφαίρας
ενώ καρφωνόταν στον μηρό του.
1050
00:51:34,375 --> 00:51:37,083
Δεν ένιωσε πόνο,
μα η ορμή της ήταν σαρωτική.
1051
00:51:37,166 --> 00:51:39,875
Σαν να τον είχαν χτυπήσει με βαριοπούλα,
1052
00:51:39,958 --> 00:51:42,875
κάνοντάς τον να χάσει την ισορροπία του.
1053
00:51:42,958 --> 00:51:44,916
Πάσχισε να κρατηθεί με τα χέρια.
1054
00:51:45,000 --> 00:51:48,208
Το μικρό κλαδί από όπου κρατιόταν
λύγισε και τσάκισε.
1055
00:51:57,375 --> 00:51:59,500
Κάποιοι άνθρωποι που έχουν υποφέρει
1056
00:51:59,583 --> 00:52:01,833
και πιεστεί πέρα από τα όριά τους,
1057
00:52:01,916 --> 00:52:04,458
απλά γονατίζουν,
καταρρέουν και τα παρατάνε.
1058
00:52:04,541 --> 00:52:06,666
Άλλοι, ωστόσο, αν και λιγοστοί,
1059
00:52:06,750 --> 00:52:10,333
για κάποιον λόγο παραμένουν αλύγιστοι.
1060
00:52:10,416 --> 00:52:13,666
Τους συναντάς σε καιρό πολέμου
μα και σε καιρό ειρήνης.
1061
00:52:13,750 --> 00:52:15,791
Έχουν αδάμαστο πνεύμα
1062
00:52:15,875 --> 00:52:19,416
και τίποτα, ούτε πόνος, ούτε μαρτύριο,
ούτε η απειλή του θανάτου
1063
00:52:19,500 --> 00:52:21,625
δεν τους κάνει να υποχωρήσουν.
1064
00:52:21,708 --> 00:52:24,166
Ο μικρός Γουότσον ήταν ένας από αυτούς.
1065
00:52:24,250 --> 00:52:25,750
Ενώ πάλευε με νύχια και δόντια
1066
00:52:25,833 --> 00:52:28,833
να μην πέσει από την κορυφή του δέντρου,
1067
00:52:28,916 --> 00:52:32,708
ξαφνικά έφτασε μια στιγμή
που ήξερε πως θα νικούσε.
1068
00:52:32,791 --> 00:52:35,958
Σήκωσε τα μάτια κι είδε ένα φως
πάνω από τα νερά της λίμνης,
1069
00:52:36,041 --> 00:52:40,625
που η λάμψη κι η ομορφιά του
τον καθήλωσαν.
1070
00:52:40,708 --> 00:52:43,958
Το φως τού έγνεφε, τον έλκυε κοντά του,
1071
00:52:44,041 --> 00:52:47,958
κι εκείνος βούτηξε προς το μέρος του
και άπλωσε τις φτερούγες του.
1072
00:52:49,750 --> 00:52:52,666
Τρεις άνθρωποι
ανέφεραν ότι είδαν έναν λευκό κύκνο
1073
00:52:52,750 --> 00:52:54,875
να κάνει κύκλους πάνω από το χωριό:
1074
00:52:54,958 --> 00:52:55,958
ένας δάσκαλος,
1075
00:52:56,041 --> 00:52:58,833
ένας άντρας που άλλαζε
κεραμίδια σε μια στέγη
1076
00:52:58,916 --> 00:53:01,250
κι ένα αγόρι που έπαιζε σε ένα χωράφι.
1077
00:53:01,333 --> 00:53:04,333
Η κυρία Γουότσον,
που έπλενε πιάτα στον νεροχύτη,
1078
00:53:04,416 --> 00:53:07,583
έτυχε να κοιτά από το παράθυρο
την ώρα ακριβώς
1079
00:53:07,666 --> 00:53:10,041
που κάτι μεγάλο και λευκό έπεσε με ορμή
1080
00:53:10,125 --> 00:53:12,708
στο γρασίδι του κήπου της.
1081
00:53:12,791 --> 00:53:14,458
Βγήκε τρέχοντας έξω.
1082
00:53:14,541 --> 00:53:15,750
Έπεσε στα γόνατα
1083
00:53:15,833 --> 00:53:18,416
πλάι στην τσακισμένη φιγούρα
του μοναχογιού της.
1084
00:53:19,250 --> 00:53:22,291
"Γλυκέ μου!" είπε κλαίγοντας.
"Γλυκό μου αγόρι!
1085
00:53:24,625 --> 00:53:25,875
Τι σου συνέβη;"
1086
00:53:30,083 --> 00:53:35,000
"Ο Κύκνος" βασίζεται σε αληθινό γεγονός,
όπως δημοσιεύτηκε σε άρθρο εφημερίδας
1087
00:53:35,083 --> 00:53:37,750
και παρέμενε στο "βιβλίο ιδεών" του
για 30 χρόνια.
1088
00:53:37,833 --> 00:53:40,000
Η ιστορία γράφτηκε τον Οκτώβριο του 1976.
1089
00:53:46,583 --> 00:53:52,833
ΙΙΙ
ΚΥΝΗΓΌΣ ΑΡΟΥΡΑΙΩΝ
1090
00:53:52,916 --> 00:53:59,875
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ
ΤΑ ΝΕΑ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
1091
00:54:01,166 --> 00:54:04,375
Το απόγευμα,
ήρθε στο βενζινάδικο ο κυνηγός αρουραίων.
1092
00:54:04,458 --> 00:54:07,375
Διέσχισε το δρομάκι αθόρυβα, μουλωχτά.
1093
00:54:07,458 --> 00:54:09,791
Τα βήματά του πνιχτά πάνω στα χαλίκια.
1094
00:54:09,875 --> 00:54:12,458
Στον ώμο του είχε ένα στρατιωτικό σακίδιο.
1095
00:54:12,541 --> 00:54:15,208
Φορούσε παλιομοδίτικο
κοτλέ σακάκι με τσέπες.
1096
00:54:15,291 --> 00:54:18,958
Το κοτλέ παντελόνι του
ήταν δεμένο στα γόνατα με λευκό σπάγκο.
1097
00:54:19,041 --> 00:54:20,125
-Συγγνώμη;
-Ναι;
1098
00:54:20,208 --> 00:54:21,083
Για τα τρωκτικά.
1099
00:54:21,166 --> 00:54:23,916
Τα μικρά, σκοτεινά του μάτια
σάρωσαν τον χώρο.
1100
00:54:24,000 --> 00:54:25,208
-Ο κυνηγός;
-Ο ίδιος.
1101
00:54:25,291 --> 00:54:27,208
Τραχύς, σφιχτοδεμένος, με αδρό πρόσωπο
1102
00:54:27,291 --> 00:54:28,791
και δύο κίτρινα δόντια
1103
00:54:28,875 --> 00:54:31,291
να εξέχουν από την άνω σιαγόνα.
1104
00:54:31,375 --> 00:54:34,333
Τα αυτιά στρογγυλά,
λεπτά, κολλημένα στο κεφάλι.
1105
00:54:34,416 --> 00:54:35,791
Τα μάτια, σχεδόν μαύρα,
1106
00:54:35,875 --> 00:54:39,083
μα, σαν σε κοιτούσε,
διέκρινες μέσα τους μια κίτρινη λάμψη.
1107
00:54:39,166 --> 00:54:41,666
-Γρήγορα ήρθες.
-Εντολές του Υγειονομικού.
1108
00:54:41,750 --> 00:54:43,958
Και θα πιάσεις όλους τους αρουραίους;
1109
00:54:44,041 --> 00:54:44,958
-Ναι.
-Πώς;
1110
00:54:45,041 --> 00:54:45,875
Ναι. Πώς;
1111
00:54:45,958 --> 00:54:49,166
Αναλόγως είδους και μέρους.
Άλλη μέθοδος κάθε φορά.
1112
00:54:49,250 --> 00:54:50,541
-Τα παγιδεύεις;
-Τι;
1113
00:54:50,625 --> 00:54:51,541
Παγίδα και τέλος.
1114
00:54:51,625 --> 00:54:52,541
Ο κυνηγός γέλασε.
1115
00:54:52,625 --> 00:54:54,666
Δεν πάει έτσι. Δεν είναι κουνέλια.
1116
00:54:54,750 --> 00:54:56,000
Σήκωσε το κεφάλι
1117
00:54:56,083 --> 00:54:59,708
κι οσφρίστηκε τον αέρα.
Η μύτη του συσπάστηκε πέρα ως πέρα.
1118
00:54:59,791 --> 00:55:03,166
Είναι ξύπνια.
Πρέπει να τα ξέρεις για να τα πιάσεις.
1119
00:55:03,250 --> 00:55:04,916
Πρέπει να τα γνωρίζεις.
1120
00:55:09,208 --> 00:55:11,541
Ξέρεις τι κάνουν; Σε παρακολουθούν.
1121
00:55:11,625 --> 00:55:14,166
Όσο ετοιμάζεσαι να τα εξολοθρεύσεις,
1122
00:55:14,250 --> 00:55:15,333
σε παρακολουθούν.
1123
00:55:15,416 --> 00:55:17,208
Υπάρχει θέμα και στον υπόνομο;
1124
00:55:17,291 --> 00:55:18,875
Όχι, δεν υπάρχει.
1125
00:55:18,958 --> 00:55:21,416
-Ζόρικοι οι υπόνομοι.
-Εντύπωση μού κάνει.
1126
00:55:21,500 --> 00:55:24,583
Έτσι, ε; Να σε δω εσένα
πώς θα τα 'βγαζες πέρα.
1127
00:55:24,666 --> 00:55:27,333
Εσύ πώς θα ξεκινούσες, για πες μου.
1128
00:55:27,416 --> 00:55:28,583
Με δηλητήριο, μάλλον.
1129
00:55:28,666 --> 00:55:30,833
Και πού ακριβώς θα το έβαζες;
1130
00:55:30,916 --> 00:55:31,750
Στον υπόνομο;
1131
00:55:31,833 --> 00:55:33,333
Ο κυνηγός χαμογέλασε.
1132
00:55:33,416 --> 00:55:35,125
Ήμουν σίγουρος. "Στον υπόνομο".
1133
00:55:35,208 --> 00:55:37,541
Ξέρεις τι θα γινόταν; Θα διαλυόταν όλο.
1134
00:55:37,625 --> 00:55:39,541
Το δηλητήριο. Είναι σαν ποτάμι εκεί.
1135
00:55:39,625 --> 00:55:42,791
Μάλιστα. Εσύ τι θα έκανες, λοιπόν;
Σ' έναν υπόνομο;
1136
00:55:42,875 --> 00:55:44,666
Ο κυνηγός πλησίασε ένα βήμα.
1137
00:55:44,750 --> 00:55:46,916
Ο τόνος του έγινε συνωμοτικός,
1138
00:55:47,000 --> 00:55:49,625
όπως όταν αποκαλύπτεις
επαγγελματικά μυστικά.
1139
00:55:49,708 --> 00:55:52,833
Δουλεύεις με το δεδομένο
ότι ο αρουραίος είναι τρωκτικό.
1140
00:55:52,916 --> 00:55:55,375
Ό,τι και να του δώσεις, το ροκανίζει.
1141
00:55:55,458 --> 00:55:58,500
Οπότε, όταν μιλάμε για υπόνομο, τι κάνεις;
1142
00:55:58,583 --> 00:56:01,416
Η φωνή του, βραχνή,
θύμιζε βατράχι που κοάζει.
1143
00:56:01,500 --> 00:56:04,583
Έμοιαζε να απολαμβάνει
κάθε λέξη που άρθρωνε,
1144
00:56:04,666 --> 00:56:06,625
σαν όλες να 'χαν τη νοστιμιά τους.
1145
00:56:06,708 --> 00:56:07,791
Μπαίνεις μέσα
1146
00:56:07,875 --> 00:56:10,333
κρατώντας μαζί σου μερικές χαρτοσακούλες
1147
00:56:10,416 --> 00:56:13,083
γεμάτες σκόνη γύψου. Τίποτε άλλο.
1148
00:56:13,166 --> 00:56:15,500
Τις στερεώνεις στην οροφή του υπονόμου,
1149
00:56:15,583 --> 00:56:17,958
να κρέμονται χωρίς να αγγίζουν το νερό.
1150
00:56:18,041 --> 00:56:20,041
Σε ύψος που να φτάνουν οι αρουραίοι.
1151
00:56:20,125 --> 00:56:21,541
Ο Κλοντ άκουγε ευλαβικά.
1152
00:56:21,625 --> 00:56:26,291
Ο αρουραίος μας έρχεται κολυμπώντας,
βλέπει τη σακούλα και σταματάει.
1153
00:56:26,375 --> 00:56:28,500
Τη μυρίζει. Δεν είναι κι άσχημο.
1154
00:56:28,583 --> 00:56:30,083
-Και τι κάνει;
-Τη ροκανίζει.
1155
00:56:30,166 --> 00:56:33,125
Αυτό είναι! Αρχίζει να τη ροκανίζει,
αυτή σκίζεται,
1156
00:56:33,208 --> 00:56:36,625
και ο αρουραίος μας ανταμείβεται
με μια μπουκιά σκόνη.
1157
00:56:36,708 --> 00:56:37,541
Οπότε;
1158
00:56:37,625 --> 00:56:38,916
Οπότε πάει αυτός.
1159
00:56:39,625 --> 00:56:41,041
-Πεθαίνει;
-Τέζα, λέμε.
1160
00:56:41,125 --> 00:56:43,375
-Γύψος…
-Όταν βραχεί διογκώνεται.
1161
00:56:43,458 --> 00:56:45,666
Μπαίνει στους βρόγχους, διογκώνεται
1162
00:56:45,750 --> 00:56:48,291
και τον σκοτώνει αστραπιαία.
1163
00:56:48,375 --> 00:56:50,083
Πρέπει να ξέρεις πώς πάει.
1164
00:56:50,166 --> 00:56:52,208
Το πρόσωπό του έλαμψε από καμάρι.
1165
00:56:52,291 --> 00:56:56,208
Με τα χέρια κοντά στο πρόσωπο,
έτριψε τα χοντρά του δάχτυλα.
1166
00:56:57,791 --> 00:57:00,166
Λοιπόν, πού είναι αυτοί οι αρουραίοι;
1167
00:57:00,250 --> 00:57:02,708
Η λέξη ακούστηκε πλούσια, χυμώδης,
1168
00:57:02,791 --> 00:57:04,916
σαν γαργάρα με λιωμένο βούτυρο.
1169
00:57:05,000 --> 00:57:06,583
Απέναντι, στη θημωνιά.
1170
00:57:06,666 --> 00:57:09,041
-Όχι μέσα;
-Μόνο εκεί, πουθενά αλλού.
1171
00:57:09,125 --> 00:57:13,541
Πάω στοίχημα ότι είναι και μέσα,
στο φαγητό σας, και μεταδίδουν αρρώστιες.
1172
00:57:13,625 --> 00:57:16,875
-Έχετε κανέναν άρρωστο;
-Μας κοίταξε με νόημα.
1173
00:57:16,958 --> 00:57:18,458
-Όλοι καλά.
-Σίγουρα;
1174
00:57:18,541 --> 00:57:20,166
-Απολύτως.
-Ποτέ δεν ξέρεις.
1175
00:57:20,250 --> 00:57:23,000
Είχε ενδυθεί τον μανδύα
του επιθεωρητή υγείας.
1176
00:57:23,083 --> 00:57:25,833
Κρίμα, δεν μαστιζόμασταν
από βουβωνική πανώλη.
1177
00:57:25,916 --> 00:57:29,416
Οι αρουραίοι είναι στη θημωνιά.
Πώς σκοπεύεις να απαλλαγείς;
1178
00:57:29,500 --> 00:57:31,750
Ο κυνηγός χαμογέλασε πονηρά.
1179
00:57:31,833 --> 00:57:34,250
Έβγαλε από το σακίδιο ένα μεγάλο δοχείο
1180
00:57:34,333 --> 00:57:36,750
και το ζύγισε με τα χέρια καθώς μιλούσε.
1181
00:57:36,833 --> 00:57:39,208
Δηλητήριο. Ειδικό δηλητήριο. Θανατηφόρο.
1182
00:57:39,291 --> 00:57:42,958
Αν σε πιάσουν έστω με μια τζούρα
από δαύτο, σε χώνουν μέσα.
1183
00:57:43,041 --> 00:57:45,250
Μ' αυτό ξεκάνεις ένα εκατομμύριο κόσμο.
1184
00:57:45,333 --> 00:57:46,666
-Θες να δεις;
-Μάλιστα.
1185
00:57:46,750 --> 00:57:48,916
Πήρε ένα κέρμα κι άνοιξε το καπάκι.
1186
00:57:49,000 --> 00:57:49,833
Ορίστε.
1187
00:57:49,916 --> 00:57:53,500
Έσταζε μέλι για το σκεύασμα
καθώς το έδειχνε στον Κλοντ.
1188
00:57:53,583 --> 00:57:55,125
Καλαμπόκι ή κριθάρι είναι;
1189
00:57:55,208 --> 00:57:57,583
Βρώμη. Βρώμη βουτηγμένη σε δηλητήριο.
1190
00:57:57,666 --> 00:58:01,333
Ένα σπυρί είναι αρκετό
για να σε ξαποστείλει σε τρία λεπτά.
1191
00:58:01,416 --> 00:58:03,458
Δεν το αφήνω απ' τα μάτια μου.
1192
00:58:03,541 --> 00:58:05,875
Χάιδεψε το δοχείο και το ανάδευσε ελαφρά…
1193
00:58:06,791 --> 00:58:09,000
Μέσα, οι σπόροι της βρώμης θρόισαν.
1194
00:58:09,083 --> 00:58:12,375
Όμως οι αρουραίοι σας
δεν θα το δοκιμάσουν σήμερα, όχι.
1195
00:58:12,458 --> 00:58:16,750
Γι' αυτό έχει σημασία να ξέρεις
από αρουραίους. Είναι τρομερά καχύποπτοι.
1196
00:58:16,833 --> 00:58:19,375
Σήμερα θα φάνε καθαρούς,
λαχταριστούς σπόρους,
1197
00:58:19,458 --> 00:58:21,291
που δεν θα τους βλάψουν καθόλου.
1198
00:58:21,375 --> 00:58:24,125
Θα τους παχύνουν μόνο.
Κι αύριο, πάλι το ίδιο.
1199
00:58:24,208 --> 00:58:26,541
Και την άλλη μέρα. Και την παράλλη.
1200
00:58:26,625 --> 00:58:29,291
Είναι τόσο νόστιμοι,
που όλοι οι γύρω αρουραίοι
1201
00:58:29,375 --> 00:58:31,083
σύντομα θα αριβάρουν εδώ.
1202
00:58:31,166 --> 00:58:32,000
Πολύ έξυπνο.
1203
00:58:32,083 --> 00:58:34,958
Πρέπει να 'σαι ξύπνιος.
Πιο ξύπνιος από αυτούς.
1204
00:58:35,041 --> 00:58:36,500
Κι αυτό λέει κάτι.
1205
00:58:36,583 --> 00:58:38,708
"Να γίνεις κι ο ίδιος σχεδόν αρουραίος".
1206
00:58:38,791 --> 00:58:40,625
Το είπα χωρίς να το πολυσκεφτώ,
1207
00:58:40,708 --> 00:58:43,333
μου βγήκε αυθόρμητα καθώς τον κοιτούσα.
1208
00:58:43,416 --> 00:58:45,166
Η αντίδρασή του με ξάφνιασε.
1209
00:58:45,250 --> 00:58:46,208
-Έτσι!
-…αναφώνησε.
1210
00:58:46,291 --> 00:58:48,416
Το 'πιασες το νόημα, τα είπες όλα.
1211
00:58:48,500 --> 00:58:51,458
Ο καλός κυνηγός
πρέπει να μοιάζει με αρουραίο.
1212
00:58:51,541 --> 00:58:53,083
Μα με περισσότερο μυαλό,
1213
00:58:53,166 --> 00:58:55,791
κι αυτό δεν είναι εύκολο, πιστέψτε με.
1214
00:58:56,750 --> 00:58:58,208
Λοιπόν, να προχωράμε.
1215
00:58:58,291 --> 00:59:01,500
Η λαίδη Λεονόρα Μπένσον
με ζητά επειγόντως στην έπαυλη.
1216
00:59:01,583 --> 00:59:02,666
Κι εκεί αρουραίοι;
1217
00:59:02,750 --> 00:59:04,583
Παντού υπάρχουν αρουραίοι.
1218
00:59:04,666 --> 00:59:06,958
Ο κυνηγός γύρισε αργά προς το δρομάκι.
1219
00:59:07,041 --> 00:59:09,875
Το βάδισμά του θύμιζε τόσο αρουραίο,
που απορούσες.
1220
00:59:09,958 --> 00:59:13,541
Αργά, ανάλαφρα, χαλαρά βήματα,
με τα γόνατα να φεύγουν στο πλάι,
1221
00:59:13,625 --> 00:59:16,541
χωρίς τον παραμικρό ήχο πάνω στα χαλίκια.
1222
00:59:16,625 --> 00:59:19,750
Πήδηξε πάνω από την πύλη
κι έκανε τον γύρο της θημωνιάς,
1223
00:59:19,833 --> 00:59:22,333
σκορπώντας χούφτες βρώμης στο έδαφος.
1224
00:59:22,416 --> 00:59:25,000
Την επομένη,
επανέλαβε την ίδια διαδικασία.
1225
00:59:25,083 --> 00:59:28,000
Και την άλλη μέρα το ίδιο,
και μετά το ίδιο,
1226
00:59:28,083 --> 00:59:31,416
μέχρι που, την τέταρτη,
έριξε τα δηλητηριασμένα σπόρια.
1227
00:59:31,500 --> 00:59:34,875
Αυτά, όμως, δεν τα σκόρπισε.
Τα έκανε μικρούς σωρούς
1228
00:59:34,958 --> 00:59:36,791
στις γωνίες της θημωνιάς.
1229
00:59:39,291 --> 00:59:40,958
-Έχεις σκύλο;
-Ναι.
1230
00:59:41,041 --> 00:59:44,916
Αν θέλεις να βρει φριχτό θάνατο,
άσ' τον να περάσει την πύλη.
1231
00:59:45,000 --> 00:59:47,083
Την επομένη, ήρθε να μαζέψει τα πτώματα.
1232
00:59:47,166 --> 00:59:49,875
Δώσ' μου ένα σακί,
κάπου πρέπει να τα βάλω.
1233
00:59:49,958 --> 00:59:53,458
Κορδωνόταν σαν παγώνι,
τα μάτια του άστραφταν από περηφάνια.
1234
00:59:53,541 --> 00:59:56,791
Ετοιμαζόταν να επιδείξει
τα αποτελέσματα στο κοινό του.
1235
00:59:56,875 --> 00:59:59,750
Ο Κλοντ έφερε ένα σακί
και διασχίσαμε τον δρόμο.
1236
00:59:59,833 --> 01:00:01,541
Έκανε τον γύρο της θημωνιάς,
1237
01:00:01,625 --> 01:00:04,416
κι έσκυψε να επιθεωρήσει
έναν σωρό με δηλητήριο.
1238
01:00:04,500 --> 01:00:06,375
-Κάτι δεν πάει καλά.
-…ψέλλισε.
1239
01:00:06,458 --> 01:00:07,916
Μιλούσε σιγά, θυμωμένα.
1240
01:00:08,000 --> 01:00:11,458
Μετακινήθηκε σε άλλον σωρό
και έσκυψε να τον περιεργαστεί.
1241
01:00:11,541 --> 01:00:13,958
-Κάτι δεν πάει καθόλου καλά.
-Τι τρέχει;
1242
01:00:14,041 --> 01:00:17,125
Δεν μίλησε, μα ήταν προφανές.
Δεν άγγιξαν το δόλωμα.
1243
01:00:17,208 --> 01:00:19,333
"Έχουμε ξύπνιους αρουραίους", είπα.
1244
01:00:19,416 --> 01:00:20,583
Είχε ενοχληθεί.
1245
01:00:20,666 --> 01:00:24,125
Φαινόταν στο πρόσωπο, στη μύτη,
στο πώς τα κίτρινα δόντια
1246
01:00:24,208 --> 01:00:26,125
πίεζαν το πάνω χείλος του.
1247
01:00:26,208 --> 01:00:28,708
-Με δουλεύεις;
-…είπε, κοιτάζοντάς με.
1248
01:00:28,791 --> 01:00:31,625
Το μόνο θέμα με αυτούς εδώ
είναι ότι τους ταΐζουν.
1249
01:00:31,708 --> 01:00:34,458
Κάτι ζουμερό θα τρώνε κάπου αλλού,
και μπόλικο.
1250
01:00:34,541 --> 01:00:38,625
Μόνο αν είχε φάει μέχρι σκασμού
θα αρνιόταν αρουραίος τη βρώμη.
1251
01:00:38,708 --> 01:00:40,333
Γύρισε να φύγει, σκυθρωπός.
1252
01:00:40,416 --> 01:00:43,916
Άρχισε να μαζεύει τη δηλητηριασμένη
βρώμη με ένα φτυαράκι.
1253
01:00:44,000 --> 01:00:46,166
Την έβαλε προσεκτικά σε ένα δοχείο.
1254
01:00:46,250 --> 01:00:49,833
Όταν τέλειωσε,
γυρίσαμε πίσω και οι τρεις μαζί.
1255
01:00:50,916 --> 01:00:52,791
Ο κυνηγός στάθηκε πλάι στην αντλία,
1256
01:00:52,875 --> 01:00:54,791
φιγούρα θλιβερή, ταπεινωμένη,
1257
01:00:54,875 --> 01:00:57,541
με πρόσωπο
που είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει.
1258
01:00:57,625 --> 01:00:59,958
Έδειχνε πεσμένος μετά την αποτυχία του,
1259
01:01:00,041 --> 01:01:01,416
με βλέμμα βαρύ, μοχθηρό
1260
01:01:01,500 --> 01:01:04,750
και τη γλωσσίτσα
να ξεπροβάλλει ανάμεσα στα κίτρινα δόντια.
1261
01:01:04,833 --> 01:01:06,958
Σήκωσε τα μάτια και με κρυφοκοίταξε.
1262
01:01:07,041 --> 01:01:08,000
Έπειτα τον Κλοντ.
1263
01:01:08,083 --> 01:01:10,083
Μύρισε τον αέρα με την άκρη της μύτης.
1264
01:01:10,166 --> 01:01:13,208
Πάτησε στις μύτες των ποδιών του,
λικνίστηκε ελαφρά
1265
01:01:13,291 --> 01:01:15,833
και, απαλά, απαλά και συνωμοτικά, είπε…
1266
01:01:15,916 --> 01:01:17,250
Θέλετε να δείτε κάτι;
1267
01:01:17,333 --> 01:01:19,625
Επιδίωκε να αποκαταστήσει τη φήμη του.
1268
01:01:19,708 --> 01:01:21,791
-Τι;
-Θέλετε να δείτε κάτι απίστευτο;
1269
01:01:21,875 --> 01:01:24,916
Έβαλε το δεξί του χέρι
στην τσέπη του σακακιού του
1270
01:01:25,000 --> 01:01:28,541
κι έβγαλε κρατώντας τον σφιχτά
έναν μεγάλο, ζωντανό αρουραίο.
1271
01:01:28,625 --> 01:01:29,541
Θεέ και Κύριε!
1272
01:01:30,208 --> 01:01:31,166
Έτσι. Βλέπετε;
1273
01:01:31,250 --> 01:01:33,916
Έσκυβε λίγο μπροστά και τέντωνε τον λαιμό,
1274
01:01:34,000 --> 01:01:36,916
κοιτώντας μοχθηρά
και κρατώντας τον πελώριο αρουραίο.
1275
01:01:37,000 --> 01:01:40,000
Ένα δάχτυλο και ο αντίχειρας
τού έσφιγγαν τον λαιμό,
1276
01:01:40,083 --> 01:01:42,416
ώστε να μη γυρίσει και να δαγκώσει.
1277
01:01:42,500 --> 01:01:44,333
Κυκλοφορείς με αρουραίους στην τσέπη;
1278
01:01:44,416 --> 01:01:46,375
Πάντα μού βρίσκονται κάνα-δυο.
1279
01:01:46,458 --> 01:01:50,000
Έβαλε το ελεύθερο χέρι στην άλλη τσέπη
κι έβγαλε μια μικρή, άσπρη…
1280
01:01:50,083 --> 01:01:52,625
-Νυφίτσα είναι;
-Ο κυνηγός γέλασε ειρωνικά.
1281
01:01:52,708 --> 01:01:55,416
Η νυφίτσα έμοιαζε να τον ξέρει
κι έμεινε ακίνητη.
1282
01:01:55,500 --> 01:01:57,791
Τίποτα δεν σκοτώνει αρουραίο πιο γρήγορα.
1283
01:01:57,875 --> 01:02:00,125
Έφερε τα δύο ζώα κοντά μπροστά του,
1284
01:02:00,208 --> 01:02:03,458
ώστε η μύτη της νυφίτσας
να απέχει 15 εκ. από τον αρουραίο.
1285
01:02:03,541 --> 01:02:06,125
Τα σαν χάντρες μάτια της τον κάρφωσαν.
1286
01:02:06,208 --> 01:02:08,916
Ο αρουραίος πάλευε
να ξεφύγει από τον δολοφόνο.
1287
01:02:09,000 --> 01:02:10,125
-Τώρα.
-…είπε.
1288
01:02:10,208 --> 01:02:11,041
Κοιτάτε.
1289
01:02:13,041 --> 01:02:14,916
Το πουκάμισό του ήταν ανοιχτό πάνω.
1290
01:02:15,000 --> 01:02:17,416
Άφησε τον αρουραίο να γλιστρήσει μέσα,
1291
01:02:17,500 --> 01:02:18,625
πάνω στο δέρμα του.
1292
01:02:18,708 --> 01:02:21,625
Η ζώνη τον εμπόδιζε να πάει
πιο κάτω από τη μέση.
1293
01:02:21,708 --> 01:02:23,291
Ήρθε η σειρά της νυφίτσας.
1294
01:02:23,375 --> 01:02:26,250
Αμέσως, στο πουκάμισο
επικράτησε αναστάτωση.
1295
01:02:26,333 --> 01:02:29,916
Ο αρουραίος έτρεχε γύρω-γύρω,
κυνηγημένος από τη νυφίτσα.
1296
01:02:30,000 --> 01:02:33,750
Έξι-εφτά φορές έκαναν τον γύρο.
Το μικρό εξόγκωμα πίσω από το μεγάλο
1297
01:02:33,833 --> 01:02:36,916
κέρδιζε διαρκώς έδαφος,
φτάνοντας όλο και πιο κοντά,
1298
01:02:37,000 --> 01:02:39,625
μέχρι που τα δύο εξογκώματα έγιναν ένα.
1299
01:02:39,708 --> 01:02:42,416
Ακολούθησε πάλη
και μια σειρά από στριγκλιές.
1300
01:02:42,500 --> 01:02:45,666
Όλο αυτό το διάστημα,
ο κυνηγός παρέμενε ακίνητος.
1301
01:02:45,750 --> 01:02:47,958
Πόδια ανοιχτά, χέρια χαλαρά στο πλάι
1302
01:02:48,041 --> 01:02:51,083
και μάτια προσηλωμένα
στο παγωμένο πρόσωπο του Κλοντ.
1303
01:02:51,958 --> 01:02:55,666
Τελικά, έβαλε το ένα χέρι
μέσα από το πουκάμισο
1304
01:02:55,750 --> 01:02:57,416
και έβγαλε τη νυφίτσα.
1305
01:02:57,500 --> 01:02:59,875
Με το άλλο, έβγαλε νεκρό τον αρουραίο.
1306
01:02:59,958 --> 01:03:03,166
Στη μουσούδα της νυφίτσας
υπήρχαν ίχνη από αίμα.
1307
01:03:04,416 --> 01:03:06,708
"Μάλλον δεν μου πολυάρεσε αυτό", είπα.
1308
01:03:06,791 --> 01:03:09,708
Σίγουρα δεν ξανάδες κάτι παρόμοιο,
πάω στοίχημα.
1309
01:03:09,791 --> 01:03:11,083
Δεν θα το έλεγα, όχι.
1310
01:03:11,166 --> 01:03:13,833
Μια μέρα θα φας
ξεγυρισμένο δάγκωμα στην κοιλιά.
1311
01:03:13,916 --> 01:03:17,750
…είπε ο Κλοντ. Του είχε κινήσει
το ενδιαφέρον. Ο άλλος πήρε ύφος.
1312
01:03:17,833 --> 01:03:19,958
Θες να δεις κάτι ακόμα πιο τρομερό;
1313
01:03:20,041 --> 01:03:23,125
Που δεν θα πίστευες
αν δεν το έβλεπες με τα μάτια σου;
1314
01:03:23,208 --> 01:03:25,750
Κοίταξα τον Κλοντ φανερά αγχωμένος.
1315
01:03:27,791 --> 01:03:28,625
Ναι.
1316
01:03:29,375 --> 01:03:32,833
Έβαλε τον νεκρό αρουραίο στη μια τσέπη,
τη νυφίτσα στην άλλη.
1317
01:03:32,916 --> 01:03:36,833
Από το σακίδιο έβγαλε,
αν έχεις τον Θεό σου, ακόμα έναν αρουραίο.
1318
01:03:36,916 --> 01:03:37,750
Χριστέ μου!
1319
01:03:37,833 --> 01:03:40,208
Μου βρίσκονται πάντα κάνα-δυο.
1320
01:03:40,291 --> 01:03:41,958
Πρέπει να τους ξέρεις,
1321
01:03:42,041 --> 01:03:44,625
και μόνο αν τους έχεις από κοντά γίνεται.
1322
01:03:44,708 --> 01:03:48,291
Αυτός είναι από υπόνομο.
Παλιά καραβάνα, ξύπνιος σαν διάολος.
1323
01:03:48,375 --> 01:03:51,916
Βλέπετε που παρακολουθεί συνέχεια,
να δει τις κινήσεις μου;
1324
01:03:52,000 --> 01:03:53,333
-Βλέπετε;
-Διόλου ευχάριστο.
1325
01:03:53,416 --> 01:03:54,666
"Τι θα κάνεις;"
1326
01:03:54,750 --> 01:03:58,083
Διαισθανόμουν ότι αυτή η παράσταση
θα μου άρεσε λιγότερο.
1327
01:03:58,166 --> 01:04:01,250
-Φέρτε μου ένα κομμάτι σπάγκο.
-Ο Κλοντ το έφερε.
1328
01:04:01,333 --> 01:04:03,708
Έδεσε το πίσω πόδι του αρουραίου.
1329
01:04:03,791 --> 01:04:06,583
Αυτός πάλευε να ξεφύγει,
μα τον κρατούσε σφιχτά.
1330
01:04:06,666 --> 01:04:08,208
Έχετε τραπέζι μέσα;
1331
01:04:08,291 --> 01:04:10,250
"Όχι αρουραίους μέσα", είπα.
1332
01:04:10,333 --> 01:04:12,708
Χρειάζομαι ένα τραπέζι. Ή κάτι επίπεδο.
1333
01:04:12,791 --> 01:04:16,041
Πήγαμε στην αντλία.
Εκείνος έβαλε πάνω τον αρουραίο.
1334
01:04:16,125 --> 01:04:19,625
Έδεσε τον σπάγκο σε έναν πάσσαλο,
Να μην μπορεί να ξεφύγει.
1335
01:04:19,708 --> 01:04:22,166
Αρχικά λούφαξε, ασάλευτος, διστακτικός,
1336
01:04:22,250 --> 01:04:24,500
ένας γκρι αρουραίος με λαμπερά μαύρα μάτια
1337
01:04:24,583 --> 01:04:28,083
και φολιδωτή ουρά κουλουριασμένη
στη μεταλλική επιφάνεια.
1338
01:04:28,166 --> 01:04:30,666
Κοιτούσε αλλού, μα με την άκρη του ματιού
1339
01:04:30,750 --> 01:04:32,333
παρακολουθούσε τι θα έκανε.
1340
01:04:32,416 --> 01:04:36,083
Ο κυνηγός οπισθοχώρησε λίγο,
και ο αρουραίος αμέσως χαλάρωσε.
1341
01:04:36,166 --> 01:04:37,541
Κάθισε στα πίσω πόδια
1342
01:04:37,625 --> 01:04:39,875
και άρχισε να γλείφει το τρίχωμά του.
1343
01:04:39,958 --> 01:04:42,500
Με τα μπροστινά πόδια, έξυσε τη μουσούδα.
1344
01:04:42,583 --> 01:04:45,791
Φαινόταν να αδιαφορεί
για τους υπόλοιπους εκεί.
1345
01:04:45,875 --> 01:04:48,250
-Πάμε ένα στοίχημα;
-…είπε ο κυνηγός.
1346
01:04:48,333 --> 01:04:49,791
"Όχι, ευχαριστώ", είπα.
1347
01:04:49,875 --> 01:04:53,291
-Για πλάκα. Έχει πιο πολλή πλάκα έτσι.
-Τι στοίχημα θες;
1348
01:04:53,375 --> 01:04:56,166
Ότι μπορώ να τον σκοτώσω
χωρίς να βάλω χέρια.
1349
01:04:56,250 --> 01:04:58,375
Θα τα χώσω μάλιστα στις τσέπες.
1350
01:04:58,458 --> 01:05:01,166
Προφανώς, το 'χε βάλει σκοπό
να βγάλει χρήματα.
1351
01:05:01,250 --> 01:05:04,541
Κοίταξα τον αρουραίο που θα πέθαινε
και ένιωσα ναυτία,
1352
01:05:04,625 --> 01:05:06,541
όχι επειδή θα πέθαινε,
1353
01:05:06,625 --> 01:05:09,083
μα επειδή θα γινόταν με ξεχωριστό τρόπο
1354
01:05:09,166 --> 01:05:11,291
και με μπόλικο ενθουσιασμό.
1355
01:05:11,375 --> 01:05:13,375
-Θα τον χτυπήσεις με το πόδι.
-Όχι.
1356
01:05:13,458 --> 01:05:15,916
-Με το μπράτσο;
-Χωρίς χέρια, πόδια, μπράτσα.
1357
01:05:16,000 --> 01:05:17,625
-Θα κάτσεις πάνω.
-Δεν τον λιώνω.
1358
01:05:17,708 --> 01:05:19,500
-Για να δούμε.
-Στοίχημα μια λίρα.
1359
01:05:19,583 --> 01:05:21,416
Μη λες ανοησίες. Για ποιον λόγο;
1360
01:05:21,500 --> 01:05:23,125
-Πόσα θες;
-Μηδέν. Τίποτα.
1361
01:05:23,208 --> 01:05:25,083
Καλά. Τότε άκυρο.
1362
01:05:25,166 --> 01:05:27,500
-Πήγε να λύσει τον σπάγκο.
-Ένα σελίνι.
1363
01:05:27,583 --> 01:05:29,583
Η ναυτία στο στομάχι μου επανήλθε.
1364
01:05:29,666 --> 01:05:32,291
Μα η διαδικασία
είχε κάτι που σε μαγνήτιζε.
1365
01:05:32,375 --> 01:05:34,791
Ένιωθα ανίκανος να απομακρυνθώ,
να σαλέψω καν.
1366
01:05:34,875 --> 01:05:35,833
-Κι εσύ;
-Όχι.
1367
01:05:35,916 --> 01:05:37,625
Θες να το κάνω για ένα σελίνι;
1368
01:05:37,708 --> 01:05:39,666
-Δεν θέλω να το κάνεις.
-Τα λεφτά;
1369
01:05:39,750 --> 01:05:41,541
Ο Κλοντ τα άφησε στην αντλία.
1370
01:05:41,625 --> 01:05:44,416
Ο κυνηγός έβαλε δίπλα δύο εξάπενα.
1371
01:05:44,500 --> 01:05:45,333
Πάει το στοίχημα.
1372
01:05:45,416 --> 01:05:46,666
Κάναμε λίγα βήματα πίσω.
1373
01:05:46,750 --> 01:05:49,166
Αυτός προχώρησε, με χέρια στις τσέπες,
1374
01:05:49,250 --> 01:05:51,833
και έσκυψε ελαφρά προς τον αρουραίο.
1375
01:05:51,916 --> 01:05:53,500
Εκείνος μαζεύτηκε θορυβημένος.
1376
01:05:53,583 --> 01:05:56,166
Φαινόταν έτοιμος να χυμήξει στον κυνηγό,
1377
01:05:56,250 --> 01:05:57,958
όμως άρχισε να κάνει πίσω,
1378
01:05:58,041 --> 01:06:00,416
σέρνοντας το σώμα του με βαριά βήματα,
1379
01:06:00,500 --> 01:06:02,625
ώσπου ο σπάγκος στο πόδι τεντώθηκε.
1380
01:06:02,708 --> 01:06:04,833
Ο κυνηγός έσκυψε ακόμη περισσότερο,
1381
01:06:04,916 --> 01:06:07,500
ακολουθώντας τον με τα μάτια του. Ξαφνικά…
1382
01:06:07,583 --> 01:06:10,208
-Εκείνος πανικοβλήθηκε.
-…και πετάχτηκε πάνω.
1383
01:06:13,083 --> 01:06:16,791
Ο σπάγκος τον τίναξε στον αέρα,
εξαρθρώνοντας σχεδόν το πόδι του.
1384
01:06:16,875 --> 01:06:18,375
Μαζεύτηκε ξανά στην άκρη,
1385
01:06:18,458 --> 01:06:21,333
όσο επέτρεπε ο σπάγκος,
με τρεμάμενα μουστάκια
1386
01:06:21,416 --> 01:06:23,208
και παγωμένος από τον φόβο.
1387
01:06:23,291 --> 01:06:26,666
Τότε ο κυνηγός άρχισε πάλι
να πλησιάζει το πρόσωπό του
1388
01:06:26,750 --> 01:06:27,875
όλο και πιο κοντά.
1389
01:06:27,958 --> 01:06:31,083
Ήθελα να φωνάξω να σταματήσει,
μα δεν μπορούσα να μιλήσω.
1390
01:06:31,166 --> 01:06:34,666
Κάτι πολύ δυσάρεστο ετοιμαζόταν να συμβεί,
αυτό ήταν βέβαιο.
1391
01:06:34,750 --> 01:06:38,208
Κάτι βάρβαρο και μακάβριο,
αλλά τώρα έπρεπε να το δω.
1392
01:06:38,291 --> 01:06:41,583
Ένα χέρι απόσταση τους χώριζε πια.
1393
01:06:41,666 --> 01:06:44,375
Έντρομος, σφιγμένος,
ο αρουραίος κόλλησε κάτω.
1394
01:06:44,458 --> 01:06:45,833
Κι ο κυνηγός ήταν σφιγμένος,
1395
01:06:45,916 --> 01:06:49,416
αλλά με την απειλητική ένταση
ενός συμπιεσμένου ελατηρίου.
1396
01:06:49,500 --> 01:06:52,041
Ένα αχνό χαμόγελο
ζωγραφίστηκε στο στόμα του.
1397
01:06:52,125 --> 01:06:53,958
Τότε, ξαφνικά, επιτέθηκε,
1398
01:06:54,041 --> 01:06:55,083
σαν φίδι,
1399
01:06:55,166 --> 01:06:57,916
τινάζοντας το κεφάλι σαν κοφτερό μαχαίρι…
1400
01:06:58,000 --> 01:07:00,041
…χάρη στους μύες των κάτω άκρων.
1401
01:07:00,125 --> 01:07:02,666
Είδα το στόμα να ανοίγει διάπλατα…
1402
01:07:02,750 --> 01:07:03,791
…κίτρινα δόντια…
1403
01:07:03,875 --> 01:07:06,541
…πρόσωπο παραμορφωμένο από την προσπάθεια.
1404
01:07:07,875 --> 01:07:09,791
Αυτά που είδα μου έφταναν.
1405
01:07:09,875 --> 01:07:12,208
Έκλεισα τα μάτια, και όταν τα ξανάνοιξα
1406
01:07:12,291 --> 01:07:13,333
το ζώο ήταν νεκρό,
1407
01:07:13,416 --> 01:07:15,958
ο κυνηγός έβαζε τα χρήματα στην τσέπη
1408
01:07:16,041 --> 01:07:17,666
κι έφτυνε να καθαρίσει το στόμα.
1409
01:07:19,666 --> 01:07:21,791
Έτσι φτιάχνουν τη γλυκόριζα.
1410
01:07:21,875 --> 01:07:25,791
Αίμα αρουραίου χρησιμοποιούν
τα εργοστάσια και οι σοκολατοποιοί.
1411
01:07:25,875 --> 01:07:28,000
Λίγο αίμα αρουραίου δεν έβλαψε κανέναν.
1412
01:07:30,708 --> 01:07:32,458
Είσαι απίστευτα αηδιαστικός.
1413
01:07:32,541 --> 01:07:35,000
Ισχύει, όμως.
Μπόλικες φορές το έχεις φάει.
1414
01:07:35,083 --> 01:07:38,166
Μπαστουνάκια, κορδονάκια γλυκόριζας,
όλα από αίμα είναι.
1415
01:07:38,250 --> 01:07:40,375
Αρκετά ακούσαμε, ευχαριστούμε.
1416
01:07:40,458 --> 01:07:43,208
Φτιαγμένα σε μεγάλα καζάνια που κοχλάζουν,
1417
01:07:43,291 --> 01:07:45,333
ενώ αναδεύουν το μίγμα με κοντάρια.
1418
01:07:45,416 --> 01:07:47,875
Από τα μυστικά των εργοστασίων σοκολάτας
1419
01:07:47,958 --> 01:07:51,791
που δεν ξέρει κανείς,
εκτός από τους προμηθευτές αρουραίων τους.
1420
01:07:51,875 --> 01:07:54,291
Πρόσεξε πως το κοινό του
είχε αλλάξει στάση.
1421
01:07:54,375 --> 01:07:57,500
Πρόσωπα εχθρικά, αηδιασμένα
και κατακόκκινα από οργή.
1422
01:07:58,583 --> 01:08:01,375
Σταμάτησε και γύρισε να φύγει
χωρίς να πει λέξη.
1423
01:08:01,458 --> 01:08:06,041
Τον παρατηρούσαμε καθώς πήρε τον δρόμο του
με αργό, ανάλαφρο, χαλαρό βάδισμα.
1424
01:08:06,125 --> 01:08:09,000
Τα βήματά του πνιχτά,
ακόμα και πάνω στα χαλίκια.
1425
01:08:22,291 --> 01:08:23,125
Παράξενο.
1426
01:08:24,000 --> 01:08:25,958
Οι αρουραίοι σνόμπαραν τη βρώμη.
1427
01:08:27,291 --> 01:08:31,208
Κάτι θρεπτικό
πρέπει να κρύβεται στη θημωνιά.
1428
01:08:47,666 --> 01:08:50,208
Μεταξύ 1948-1951,
ο Νταλ έζησε σε αγροικία στο Άμερσαμ,
1429
01:08:50,291 --> 01:08:52,791
με βασική απασχόληση
τη συγγραφή του " Claud's dog",
1430
01:08:52,875 --> 01:08:55,291
συλλογής διηγημάτων
εμπνευσμένων από την περιοχή,
1431
01:08:55,375 --> 01:08:56,583
όπως ο "Κυνηγός Αρουραίων".
1432
01:09:03,166 --> 01:09:08,083
IV
ΔΗΛΗΤΗΡΙΟ
1433
01:09:15,958 --> 01:09:17,666
Γύρισα σπίτι μεσάνυχτα.
1434
01:09:18,625 --> 01:09:21,500
Καθώς πλησίαζα, έσβησα τα μπροστινά φώτα,
1435
01:09:21,583 --> 01:09:24,625
για να μην ξυπνήσει η δέσμη τους
τον Χάρι Πόουπ.
1436
01:09:24,708 --> 01:09:27,083
Ήταν περιττό. Είχε ακόμα αναμμένα τα φώτα.
1437
01:09:27,166 --> 01:09:28,916
Πάρκαρα κι ανέβηκα στη βεράντα,
1438
01:09:29,000 --> 01:09:31,583
μετρώντας ένα-ένα τα σκαλιά,
ώστε να μην πατήσω
1439
01:09:31,666 --> 01:09:34,416
ένα ανύπαρκτο σκαλί στην κορυφή.
1, 2, 3, 4.
1440
01:09:39,333 --> 01:09:42,208
Πήγα στο δωμάτιό του,
άνοιξα αθόρυβα και κοίταξα.
1441
01:09:42,291 --> 01:09:45,458
Ξαπλωμένος, ξύπνιος.
Ακίνητος, δεν γύρισε ούτε το κεφάλι.
1442
01:09:45,583 --> 01:09:47,791
Μα τον άκουσα να ψιθυρίζει ξέπνοα…
1443
01:09:47,875 --> 01:09:48,750
Βοήθεια.
1444
01:09:48,833 --> 01:09:49,666
"Βοήθεια";
1445
01:09:52,625 --> 01:09:54,875
Έσπρωξα την πόρτα κι έκανα να πλησιάσω.
1446
01:09:54,958 --> 01:09:55,791
Σταμάτα.
1447
01:09:55,875 --> 01:09:57,666
"Σταμάτα"; Ίσα-ίσα τον άκουγα.
1448
01:09:57,750 --> 01:10:00,625
Φαινόταν να κάνει μεγάλο αγώνα
για να βγάλει ήχο.
1449
01:10:00,708 --> 01:10:02,458
-Βοήθεια.
-"Βοήθεια";
1450
01:10:02,541 --> 01:10:03,958
Τι τρέχει, Χάρι;
1451
01:10:04,041 --> 01:10:06,041
Βγάλε παπούτσια.
1452
01:10:06,916 --> 01:10:08,791
"Βγάλε παπούτσια";
1453
01:10:08,875 --> 01:10:11,833
Μου θύμισε τον Τζορτζ Μπάρλινγκ
με τη σφαίρα στο στομάχι,
1454
01:10:11,916 --> 01:10:13,583
να γέρνει σε ένα κασόνι,
1455
01:10:13,666 --> 01:10:16,375
να σφίγγεται και να μουρμουρά
για τον Ιάπωνα πιλότο.
1456
01:10:16,458 --> 01:10:19,458
Οι λέξεις του έβγαιναν με κόπο,
όπως τώρα του Χάρι.
1457
01:10:19,541 --> 01:10:21,791
Τότε, βέβαια, ο Τζορτζ δίπλωσε…
1458
01:10:21,875 --> 01:10:22,708
και πέθανε.
1459
01:10:23,500 --> 01:10:24,500
Βγάλε παπούτσια.
1460
01:10:25,208 --> 01:10:26,291
"Βγάλε παπούτσια".
1461
01:10:28,375 --> 01:10:30,958
Δεν κατάλαβα,
μα δεν θα έφερνα αντιρρήσεις.
1462
01:10:37,875 --> 01:10:39,500
-Τι είναι, Χάρι;
-Μην αγγίζεις.
1463
01:10:41,916 --> 01:10:45,291
Ήταν ανάσκελα, με ένα σεντόνι
να τον καλύπτει κατά τα 3/4,
1464
01:10:45,375 --> 01:10:47,666
φορώντας ριγέ πιτζάμες, καταϊδρωμένος.
1465
01:10:47,750 --> 01:10:50,083
Έκανε ζέστη.
Κι εγώ ίδρωνα, μα όχι σαν αυτόν.
1466
01:10:50,166 --> 01:10:52,291
Πρόσωπο υγρό, μαξιλάρι μουσκεμένο.
1467
01:10:52,375 --> 01:10:53,833
Παρέπεμπε σε ελονοσία.
1468
01:10:53,916 --> 01:10:55,250
-Τι είναι, Χάρι;
-Κρέιτ.
1469
01:10:55,333 --> 01:10:56,208
-Τι;
-Κρέιτ.
1470
01:10:56,291 --> 01:10:57,625
-"Κρέιτ";
-Φίδι.
1471
01:10:58,833 --> 01:11:00,583
Σε δάγκωσε. Πριν πόση ώρα;
1472
01:11:00,666 --> 01:11:01,500
Όχι.
1473
01:11:01,583 --> 01:11:02,416
Τι;
1474
01:11:06,041 --> 01:11:07,250
Δεν δάγκωσε ακόμα.
1475
01:11:09,291 --> 01:11:11,541
Με μπέρδεψε. Τον κοίταξα απορημένα.
1476
01:11:13,416 --> 01:11:16,250
Κρέιτ πάνω στο στομάχι. Κοιμάται.
1477
01:11:18,833 --> 01:11:20,833
Τινάχτηκα πίσω. Δεν συγκρατήθηκα.
1478
01:11:20,916 --> 01:11:23,583
Κοίταξα το σεντόνι
που κάλυπτε το στομάχι του.
1479
01:11:23,666 --> 01:11:26,625
Δεν μπορούσα να διακρίνω
αν ήταν κάτι από κάτω.
1480
01:11:26,708 --> 01:11:29,833
Έχεις ένα κρέιτ
πάνω στο στομάχι σου; Και κοιμάται;
1481
01:11:29,916 --> 01:11:30,750
Ναι.
1482
01:11:38,291 --> 01:11:39,833
Πώς έφτασε εκεί;
1483
01:11:39,916 --> 01:11:43,625
Δεν έπρεπε να κάνω ερωτήσεις.
Μόνο να του πω να μείνει σιωπηλός.
1484
01:11:44,625 --> 01:11:50,958
Ξάπλωσα. Διάβαζα.
Ένιωσα κάτι στο στήθος, πίσω από βιβλίο.
1485
01:11:51,041 --> 01:11:51,958
Με γαργαλούσε.
1486
01:11:54,291 --> 01:11:59,750
Με άκρη του ματιού, είδα μικρό κρέιτ
να γλιστρά πάνω από τις πιτζάμες.
1487
01:12:00,583 --> 01:12:02,958
Μικρό. Κάπου 25 πόντοι.
1488
01:12:04,250 --> 01:12:08,541
Ήξερα έπρεπε ακίνητος.
Έμεινα παγωμένος, παρακολουθώντας το.
1489
01:12:08,625 --> 01:12:12,166
Σκέφτηκα θα περνούσε πάνω από σεντόνι.
1490
01:12:12,250 --> 01:12:13,750
Έμεινε για λίγο σιωπηλός.
1491
01:12:13,833 --> 01:12:17,541
Ήθελε να σιγουρευτεί ότι ο ψίθυρός του
δεν θα τάραζε το πλάσμα.
1492
01:12:18,958 --> 01:12:20,458
Πέρασε από κάτω.
1493
01:12:21,958 --> 01:12:26,000
Το ένιωσα μέσα από πιτζάμες.
Να κινείται στο στομάχι.
1494
01:12:27,125 --> 01:12:31,333
Μετά σταμάτησε.
Τώρα κοιμάται ξαπλωμένο εκεί.
1495
01:12:35,208 --> 01:12:36,375
Περιμένω.
1496
01:12:37,291 --> 01:12:38,625
-Πόσο;
-Ώρες.
1497
01:12:39,750 --> 01:12:42,583
Ώρες και ώρες και ώρες, που να πάρει.
1498
01:12:42,666 --> 01:12:45,458
Δεν αντέχω πολύ ακόμα. Θέλω να βήξω.
1499
01:12:48,875 --> 01:12:49,875
Βασικά,
1500
01:12:49,958 --> 01:12:52,375
δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο για ένα κρέιτ.
1501
01:12:52,458 --> 01:12:56,041
Κυκλοφορούν γύρω από τα σπίτια
και ψάχνουν ζεστά μέρη.
1502
01:12:56,125 --> 01:12:59,208
Το παράξενο ήταν
ότι δεν είχε δαγκώσει ήδη τον Χένρι.
1503
01:12:59,291 --> 01:13:02,250
Το δάγκωμα είναι φονικό,
εκτός αν δράσεις αμέσως,
1504
01:13:02,333 --> 01:13:04,625
έχοντας πρόχειρη μια δόση αντίδοτο.
1505
01:13:05,458 --> 01:13:07,541
Λεπτά, μικρά πλάσματα. Όπως αυτό.
1506
01:13:09,833 --> 01:13:11,500
Κάποιο μπορεί να γλιστρήσει
1507
01:13:11,583 --> 01:13:15,583
μέσα από τη χαραμάδα
ενός παιδικού υπνοδωματίου, ας πούμε.
1508
01:13:17,166 --> 01:13:21,375
Ο υπεύθυνος μιας φυτείας τσαγιού
μού είπε κάποτε για ένα δαγκωμένο πρόβατο.
1509
01:13:21,458 --> 01:13:25,750
Όταν άνοιξε το κουφάρι,
το αίμα του έτρεξε μαύρο σαν κατράμι.
1510
01:13:29,916 --> 01:13:33,208
"Εντάξει, Χάρι", είπα.
Τώρα, μιλούσα κι εγώ ψιθυριστά.
1511
01:13:33,291 --> 01:13:35,625
"Μην κουνιέσαι και μη μιλάς
αν δεν είναι ανάγκη.
1512
01:13:35,708 --> 01:13:38,333
Δεν δαγκώνει αν δεν τρομάξει.
Θα βρούμε λύση".
1513
01:13:41,000 --> 01:13:42,708
Βγήκα αθόρυβα από το δωμάτιο
1514
01:13:42,791 --> 01:13:45,208
κι έφερα ένα κοφτερό μαχαίρι
απ' την κουζίνα.
1515
01:13:45,291 --> 01:13:49,500
Ήθελα να το έχω πρόχειρο
αν ο Χάρι τρόμαζε το φίδι και τον δάγκωνε.
1516
01:13:49,583 --> 01:13:51,958
Θα τον άνοιγα και θα ρούφαγα το φαρμάκι.
1517
01:13:52,958 --> 01:13:55,583
"Χάρι", είπα,
"νομίζω ότι το καλύτερο είναι
1518
01:13:55,666 --> 01:13:58,750
να τραβήξω το σεντόνι πολύ απαλά,
να ρίξω μια ματιά".
1519
01:13:59,375 --> 01:14:01,375
Ηλίθιε.
1520
01:14:02,833 --> 01:14:06,708
Η φωνή του ήταν ανέκφραστη.
Μιλούσε πολύ αργά και απαλά.
1521
01:14:06,791 --> 01:14:10,125
Όλη η έκφραση ήταν στα μάτια
και στις άκρες του στόματος.
1522
01:14:10,750 --> 01:14:14,583
Το φως τρομάξει. Φίδι με σκοτώσει.
1523
01:14:16,583 --> 01:14:17,625
Σωστή παρατήρηση.
1524
01:14:18,208 --> 01:14:21,416
Μήπως να τραβήξω απότομα
και να διώξω το φίδι μόλις…
1525
01:14:21,500 --> 01:14:22,583
Φέρε γιατρό.
1526
01:14:24,375 --> 01:14:27,333
Με κοίταξε σαν να έπρεπε
να το είχα σκεφτεί εγώ.
1527
01:14:27,416 --> 01:14:30,125
Γιατρό. Ασφαλώς.
Σωστά. Τον δρα Γκάντερμπαϊ.
1528
01:14:30,208 --> 01:14:32,666
Βγήκα στις μύτες, έψαξα τον αριθμό του,
1529
01:14:32,750 --> 01:14:35,125
σήκωσα το τηλέφωνο
κι είπα στο κέντρο να βιαστεί.
1530
01:14:40,083 --> 01:14:43,458
-Επόπτης Γουντς.
-Γεια σας. Δεν κοιμηθήκατε ακόμα;
1531
01:14:43,541 --> 01:14:45,666
Ελάτε αμέσως με αντίδοτο. Για κρέιτ.
1532
01:14:45,750 --> 01:14:47,375
Αντίδοτο; Ποιος δαγκώθηκε;
1533
01:14:47,458 --> 01:14:50,000
Η ερώτηση ήχησε σαν έκρηξη στο αυτί μου.
1534
01:14:50,083 --> 01:14:51,208
Κανείς. Όχι ακόμα.
1535
01:14:51,291 --> 01:14:54,166
Ένα κοιμάται στο στομάχι του Χάρι
κάτω απ' το σεντόνι.
1536
01:14:54,250 --> 01:14:56,916
Για περίπου τρία δεύτερα, ακολούθησε σιγή.
1537
01:14:58,291 --> 01:15:02,000
Ο δρ Γκάντερμπαϊ μίλησε
αργά, με ακρίβεια, και όχι εκρηκτικά.
1538
01:15:02,083 --> 01:15:04,958
Να μείνει ακίνητος και σιωπηλός.
Κατανοητό;
1539
01:15:05,041 --> 01:15:06,958
-Φυσικά, γιατρέ.
-Έρχομαι αμέσως.
1540
01:15:07,041 --> 01:15:09,208
Έκλεισε. Εγώ γύρισα στο υπνοδωμάτιο.
1541
01:15:11,500 --> 01:15:13,208
Το βλέμμα του Χάρι με συνόδεψε.
1542
01:15:13,291 --> 01:15:15,166
Έρχεται. Είπε να μείνεις ακίνητος.
1543
01:15:15,750 --> 01:15:17,541
Τι διάολο νομίζει ότι κάνω;
1544
01:15:17,625 --> 01:15:19,125
Μη μιλάς. Κανείς μας.
1545
01:15:19,208 --> 01:15:20,333
Βούλωσ' το, λοιπόν.
1546
01:15:21,333 --> 01:15:24,583
Οι μύες στην άκρη του στόματος,
οι μύες του χαμόγελου,
1547
01:15:24,666 --> 01:15:26,500
συσπώνταν με μικρές κινήσεις,
1548
01:15:26,583 --> 01:15:29,250
που κράτησαν για λίγο
αφού σταμάτησε να μιλά.
1549
01:15:29,333 --> 01:15:32,166
Δεν μου άρεσε αυτό,
ούτε ο τρόπος που μίλησε.
1550
01:15:33,083 --> 01:15:35,166
Το αμάξι του δρα Γκάντερμπαϊ.
1551
01:15:37,166 --> 01:15:38,333
Βγήκα να τον υποδεχτώ.
1552
01:15:41,583 --> 01:15:44,375
-Πού είναι;
-Ο γιατρός δεν περίμενε απάντηση.
1553
01:15:44,458 --> 01:15:47,791
Με προσπέρασε και μπήκε.
Άφησε την τσάντα σε μια καρέκλα.
1554
01:15:47,875 --> 01:15:49,791
Φορούσε παντόφλες με μαλακή σόλα.
1555
01:15:49,875 --> 01:15:52,791
Διέσχισε αθόρυβα το δωμάτιο,
σαν προσεκτική γάτα.
1556
01:15:52,875 --> 01:15:54,875
Ο Χάρι τον έβλεπε με την άκρη του ματιού.
1557
01:15:54,958 --> 01:15:57,625
Έφτασε στον Χάρι,
τον κοίταξε και χαμογέλασε
1558
01:15:57,708 --> 01:15:59,833
καθησυχάζοντάς τον, σαν να έλεγε…
1559
01:15:59,916 --> 01:16:03,083
Μη φοβάσαι. Είναι απλό.
Άσ' το στον δρα Γκάντερμπαϊ.
1560
01:16:03,166 --> 01:16:05,375
Πήγε στην κουζίνα. Τον ακολούθησα.
1561
01:16:07,125 --> 01:16:08,125
Άνοιξε την τσάντα.
1562
01:16:08,208 --> 01:16:12,166
Πρέπει να του χορηγήσουμε αντίδοτο,
αλλά απαλά. Χωρίς να τιναχτεί.
1563
01:16:12,250 --> 01:16:14,500
Κρατούσε μια υποδόρια κι ένα φιαλίδιο.
1564
01:16:14,583 --> 01:16:17,333
Έβαλε μέσα τη βελόνα
και τράβηξε ένα κίτρινο υγρό.
1565
01:16:17,416 --> 01:16:19,875
-Μου το έδωσε.
-Δώσ' το όταν σ' το ζητήσω.
1566
01:16:19,958 --> 01:16:21,166
Γυρίσαμε στο δωμάτιο.
1567
01:16:26,291 --> 01:16:28,416
Τα μάτια του ήταν λαμπερά και ορθάνοιχτα.
1568
01:16:28,500 --> 01:16:30,916
Ο δρ Γκάντερμπαϊ τού γύρισε το μανίκι,
1569
01:16:31,000 --> 01:16:32,833
χωρίς να του κουνήσει το χέρι.
1570
01:16:32,916 --> 01:16:35,208
Στάθηκε αρκετά μακριά. Ψιθύρισε…
1571
01:16:35,291 --> 01:16:38,416
Θα σου κάνω μια ένεση.
Ένα τσίμπημα. Μείνε ακίνητος.
1572
01:16:38,500 --> 01:16:41,166
Μη σφίξεις τους κοιλιακούς.
Άσ' τους χαλαρούς.
1573
01:16:41,250 --> 01:16:44,708
Ο Χάρι κοίταξε τη σύριγγα.
Ο μυς του χαμόγελου συσπάστηκε.
1574
01:16:45,708 --> 01:16:49,291
Ο δρ Γκάντερμπαϊ
έδεσε ένα λάστιχο στον δικέφαλο του Χάρι.
1575
01:16:49,375 --> 01:16:51,958
Καθάρισε μια μικρή περιοχή με οινόπνευμα.
1576
01:16:52,041 --> 01:16:54,833
Σήκωσε τη σύριγγα
πασχίζοντας να δει τις ενδείξεις
1577
01:16:54,916 --> 01:16:56,291
και τίναξε λίγο υγρό.
1578
01:16:56,375 --> 01:16:58,250
Το πρόσωπο του Χάρι ίδρωνε,
1579
01:16:58,333 --> 01:17:00,708
και έλαμπε λες και κρέμα έλιωνε πάνω του
1580
01:17:00,791 --> 01:17:01,833
ως το μαξιλάρι.
1581
01:17:01,916 --> 01:17:05,458
Έβλεπα τη γαλάζια φλέβα
να φουσκώνει στον πήχη του.
1582
01:17:05,541 --> 01:17:08,833
Είδα τον γιατρό να κρατά τη σύριγγα
σταθερά πάνω στη φλέβα,
1583
01:17:08,916 --> 01:17:11,250
και τη βελόνα να γλιστρά μέσα της,
1584
01:17:11,333 --> 01:17:14,166
αργά και σταθερά,
λες και τρυπώνει σε τυρί.
1585
01:17:14,250 --> 01:17:17,208
Ο Χάρι έκλεισε και ξανάνοιξε τα μάτια,
πάντα ακίνητος.
1586
01:17:17,291 --> 01:17:19,583
Ο Γκάντερμπαϊ έγειρε στο αυτί του.
1587
01:17:19,666 --> 01:17:23,791
Κι αν σε δαγκώσει, δεν θα πάθεις τίποτα.
Αλλά μείνε ακίνητος. Έρχομαι.
1588
01:17:24,500 --> 01:17:27,541
-"Είναι ασφαλής;" ρώτησα.
-Μπορεί, μπορεί και όχι.
1589
01:17:27,625 --> 01:17:30,416
Ο Γκάντερμπαϊ σκούπισε το μέτωπο
και δάγκωσε τα χείλη.
1590
01:17:30,500 --> 01:17:33,458
Υπάρχει τρόπος. Υπάρχει τρόπος.
1591
01:17:33,541 --> 01:17:36,458
Μιλούσε αργά
και πάλευε να σκεφτεί παράλληλα.
1592
01:17:38,208 --> 01:17:42,291
Θα χορηγήσουμε αναισθητικό
1593
01:17:42,375 --> 01:17:45,000
στο πλάσμα, εκεί που βρίσκεται.
1594
01:17:46,875 --> 01:17:48,333
Θαυμάσια ιδέα.
1595
01:17:48,416 --> 01:17:50,291
Λάθος. Το φίδι είναι ψυχρόαιμο.
1596
01:17:50,375 --> 01:17:53,125
Το αναισθητικό θα αργήσει να ενεργήσει.
1597
01:17:53,208 --> 01:17:56,000
Αλλά δεν έχω εναλλακτικές.
Αιθέρα ή χλωροφόρμιο;
1598
01:17:56,083 --> 01:17:57,125
Έγνεψα θετικά.
1599
01:17:57,208 --> 01:17:59,583
-Ποιο απ' τα δύο;
-Με ρωτούσε; Δεν ξέρω.
1600
01:17:59,666 --> 01:18:00,500
Χλωροφόρμιο!
1601
01:18:01,083 --> 01:18:03,166
Με πήρε και με πήγε στο χολ.
1602
01:18:04,458 --> 01:18:05,375
Πήγαινε σπίτι μου.
1603
01:18:05,458 --> 01:18:07,291
Ο υπηρέτης θα σε περιμένει.
1604
01:18:07,375 --> 01:18:09,291
Το κλειδί για τα δηλητήρια.
1605
01:18:09,375 --> 01:18:11,375
Πάρε χλωροφόρμιο. Πορτοκαλί ετικέτα.
1606
01:18:11,458 --> 01:18:14,541
Όνομα γράφει πάνω.
Εγώ θα μείνω, μη συμβεί κάτι.
1607
01:18:14,625 --> 01:18:15,833
Κάνε γρήγορα!
1608
01:18:15,916 --> 01:18:17,541
-Παπούτσια…
-Δεν χρειάζεσαι.
1609
01:18:20,250 --> 01:18:23,166
Πήγα γρήγορα
και σε 15 λεπτά γύρισα με το φιαλίδιο.
1610
01:18:26,250 --> 01:18:29,916
Ξέρει τι θα κάνουμε,
αλλά, όπως είναι λογικό, έχει φοβηθεί.
1611
01:18:30,000 --> 01:18:32,083
Δεν ξέρω πόσο θα αντέξει ακόμα.
1612
01:18:35,791 --> 01:18:38,666
Ο Χάρι παρέμενε ξαπλωμένος
στην ίδια στάση.
1613
01:18:38,750 --> 01:18:42,041
Το πρόσωπό του, χλωμό και ιδρωμένο.
Στράφηκε προς εμένα.
1614
01:18:42,125 --> 01:18:43,833
Του χαμογέλασα ενθαρρυντικά.
1615
01:18:43,916 --> 01:18:46,666
Ο γιατρός πήρε το σωληνάκι
που είχε κάνει τουρνικέ
1616
01:18:46,750 --> 01:18:48,958
και του προσάρμοσε ένα χάρτινο χωνί.
1617
01:18:49,041 --> 01:18:51,750
Ξέστρωσε ένα τμήμα του σεντονιού,
1618
01:18:51,833 --> 01:18:53,541
πήρε το σωληνάκι με το χωνί
1619
01:18:53,625 --> 01:18:56,041
και το πέρασε
κάτω από το σεντόνι προς τον Χάρι.
1620
01:18:56,125 --> 01:18:58,541
Δεν είμαι βέβαιος πόσο χρόνο τού πήρε.
1621
01:18:58,625 --> 01:19:01,708
Μπορεί να ήταν 20', μπορεί 40'.
Δεν διέκρινα κίνηση,
1622
01:19:01,791 --> 01:19:04,291
αλλά το ορατό τμήμα του γινόταν μικρότερο.
1623
01:19:04,375 --> 01:19:06,333
Ο ίδιος ο δρ Γκάντερμπαϊ ίδρωνε
1624
01:19:06,416 --> 01:19:08,875
με μεγάλες στάλες στο μέτωπο και τα χείλη,
1625
01:19:08,958 --> 01:19:10,291
μα το χέρι του ήταν σταθερό
1626
01:19:10,375 --> 01:19:13,291
και τα μάτια κολλημένα στο σεντόνι
στο στομάχι του Χάρι.
1627
01:19:13,375 --> 01:19:15,375
Μου έτεινε το χέρι για το χλωροφόρμιο.
1628
01:19:15,458 --> 01:19:18,375
Έστριψα το καπάκι
και του έδωσα το φιαλίδιο,
1629
01:19:18,458 --> 01:19:21,000
μεριμνώντας να το πιάσει καλά
πριν το αφήσω.
1630
01:19:21,666 --> 01:19:25,958
Κύριε Πόουπ, θα ποτίσω το στρώμα.
Θα νιώσετε κρύο κάτω από το σώμα σας.
1631
01:19:26,041 --> 01:19:28,625
-Να 'στε έτοιμος. Μην κουνηθείτε.
-Τελείωνε!
1632
01:19:29,291 --> 01:19:31,000
Για πρώτη φορά, ύψωσε φωνή.
1633
01:19:31,083 --> 01:19:34,208
Ο γιατρός σήκωσε το βλέμμα,
τον κοίταξε και συνέχισε.
1634
01:19:34,291 --> 01:19:37,541
Έχυσε λίγο υγρό στο χωνί
και περίμενε να κατέβει.
1635
01:19:37,625 --> 01:19:39,500
Μετά, επανέλαβε τη διαδικασία.
1636
01:19:47,541 --> 01:19:50,666
Απλώθηκε η βαριά,
αηδιαστική μυρωδιά του χλωροφόρμιου,
1637
01:19:50,750 --> 01:19:52,500
ξυπνώντας αχνές, δυσάρεστες μνήμες
1638
01:19:52,583 --> 01:19:55,708
από νοσοκόμες και χειρουργούς
σε λευκά δωμάτια.
1639
01:19:55,791 --> 01:19:57,375
Ο Γκάντερμπαϊ έριχνε το υγρό,
1640
01:19:57,458 --> 01:20:01,500
κι έβλεπα τις βαριές αναθυμιάσεις
να στροβιλίζονται πάνω από το χωνί.
1641
01:20:02,083 --> 01:20:05,166
Έκανε παύση, έχυσε λίγο ακόμα
και μου γύρισε το φιαλίδιο.
1642
01:20:05,250 --> 01:20:07,583
Τράβηξε αργά το σωληνάκι και σηκώθηκε.
1643
01:20:07,666 --> 01:20:10,250
Η ένταση της διαδικασίας θα ήταν τεράστια,
1644
01:20:10,333 --> 01:20:12,583
γιατί η φωνή του ακούστηκε έτσι…
1645
01:20:12,666 --> 01:20:14,791
Θα περιμένουμε 15 λεπτά καλού κακού.
1646
01:20:14,875 --> 01:20:16,291
Γύρισα να το πω στον Χάρι.
1647
01:20:16,375 --> 01:20:18,291
-Θα περιμένουμε 15…
-Το άκουσα!
1648
01:20:18,375 --> 01:20:21,666
Αυτήν τη φορά, ο Γκάντερμπαϊ
τινάχτηκε πίσω οργισμένος.
1649
01:20:21,750 --> 01:20:25,125
Κάρφωσε με παγερό βλέμμα τον Χάρι.
Ο μυς του χαμόγελου συσπάστηκε.
1650
01:20:25,208 --> 01:20:26,833
Περιμέναμε πλάι του.
1651
01:20:26,916 --> 01:20:28,958
Ο δρ Γκάντερμπαϊ τον παρατηρούσε
1652
01:20:29,041 --> 01:20:31,541
με περίεργο, έντονο, καθηλωτικό βλέμμα,
1653
01:20:31,625 --> 01:20:33,250
εστιάζοντας όλη του τη θέληση
1654
01:20:33,333 --> 01:20:35,875
στο να κρατήσει τον Χάρι απόλυτα ακίνητο.
1655
01:20:35,958 --> 01:20:38,583
Ποτέ δεν απέσυρε το βλέμμα.
Αν και σιωπηλός,
1656
01:20:38,666 --> 01:20:40,541
ήταν λες και του φώναζε.
1657
01:20:40,625 --> 01:20:43,000
-Κάτι σαν…
-Μην κινείσαι! Μη μιλάς!
1658
01:20:43,083 --> 01:20:45,375
Δεν θα τα καταστρέψεις όλα! Μ' ακούς;
1659
01:20:46,416 --> 01:20:48,583
Ο Χάρι εκεί, συσπώντας το στόμα,
1660
01:20:48,666 --> 01:20:50,750
ιδροκοπούσε, ανοιγόκλεινε τα μάτια,
1661
01:20:50,833 --> 01:20:52,875
κοιτούσε εμένα, το σεντόνι, το ταβάνι,
1662
01:20:52,958 --> 01:20:54,541
αλλά ποτέ τον Γκάντερμπαϊ.
1663
01:20:54,625 --> 01:20:56,750
Κι όμως, ο γιατρός τον είχε καθηλώσει.
1664
01:20:58,375 --> 01:21:00,416
Ένιωθα σαν κάποιος να φούσκωνε ένα μπαλόνι
1665
01:21:00,500 --> 01:21:03,125
που θα έσκαγε, αλλά δεν μπορούσα να φύγω.
1666
01:21:03,208 --> 01:21:06,750
Τελικά, ο δρ Γκάντερμπαϊ έγνεψε.
Ήταν έτοιμος να προχωρήσει.
1667
01:21:06,833 --> 01:21:07,916
Πήγαινε απ' την άλλη.
1668
01:21:08,000 --> 01:21:10,791
Ο καθένας μια πλευρά.
Θα τραβήξουμε ταυτόχρονα.
1669
01:21:10,875 --> 01:21:13,000
Πάρα πολύ σιγά. Ακίνητος, κε Πόουπ.
1670
01:21:24,250 --> 01:21:26,541
Πλέον φαινόταν όλο το στήθος του Χάρι.
1671
01:21:26,625 --> 01:21:28,791
Είδα το λευκό κορδόνι της πιτζάμας,
1672
01:21:28,875 --> 01:21:30,083
σε ωραίο φιόγκο.
1673
01:21:30,166 --> 01:21:32,875
Λίγο πιο κάτω,
είδα ένα κουμπί από σεντέφι.
1674
01:21:32,958 --> 01:21:34,791
Εγώ ποτέ δεν είχα τέτοιο,
1675
01:21:34,875 --> 01:21:37,000
κουμπί στο φερμουάρ,
πόσο μάλλον από σεντέφι.
1676
01:21:37,083 --> 01:21:38,291
Παράξενο πώς κάνεις
1677
01:21:38,375 --> 01:21:40,500
επιπόλαιες σκέψεις σε στιγμές αγωνίες.
1678
01:21:40,583 --> 01:21:42,375
Τίποτε άλλο στο στομάχι του.
1679
01:21:45,041 --> 01:21:46,208
Ακίνητος, κε Πόουπ.
1680
01:21:46,291 --> 01:21:49,250
Κοίταξε γύρω από το σώμα
και κάτω από τα πόδια του.
1681
01:21:49,333 --> 01:21:52,125
Μπορεί να 'ναι οπουδήποτε,
μέσα στο μπατζάκι.
1682
01:21:52,208 --> 01:21:53,041
Ο Χάρι ανακάθισε.
1683
01:21:55,250 --> 01:21:56,625
Πρώτη φορά κουνήθηκε.
1684
01:21:58,083 --> 01:22:00,916
Πήδηξε ψηλά,
στάθηκε στο κρεβάτι, τίναξε τα πόδια.
1685
01:22:01,000 --> 01:22:02,458
Νομίζαμε πως τον δάγκωσε.
1686
01:22:02,541 --> 01:22:04,250
Ο γιατρός έψαξε το νυστέρι,
1687
01:22:04,333 --> 01:22:06,208
μα ο Χάρι έπαψε να χοροπηδά,
1688
01:22:06,291 --> 01:22:08,000
κοίταξε το στρώμα και φώναξε.
1689
01:22:08,083 --> 01:22:08,916
Δεν είναι εδώ!
1690
01:22:09,000 --> 01:22:11,583
Ο δρ Γκάντερμπαϊ κοίταξε τον Χάρι.
1691
01:22:11,666 --> 01:22:13,791
Ήταν καλά. Δεν τον είχε δαγκώσει.
1692
01:22:13,875 --> 01:22:15,916
Δεν θα τον δάγκωνε, δεν θα τον σκότωνε.
1693
01:22:16,000 --> 01:22:17,625
Όλα ήταν εντάξει.
1694
01:22:17,708 --> 01:22:18,583
Ας πούμε.
1695
01:22:19,625 --> 01:22:21,333
Ίσως είδατε όνειρο, κε Πόουπ.
1696
01:22:30,416 --> 01:22:31,500
Έτσι όπως το είπε,
1697
01:22:31,583 --> 01:22:34,125
ήξερα ότι ήταν πείραγμα,
δεν μιλούσε σοβαρά.
1698
01:22:34,208 --> 01:22:36,291
Χαλάρωνε από την ακραία πίεση.
1699
01:22:36,375 --> 01:22:39,083
Ο Χάρι το πήρε στραβά.
Όρθιος με τις πιτζάμες,
1700
01:22:39,166 --> 01:22:41,958
τον αγριοκοίταξε.
Το χρώμα επέστρεφε στα μάγουλά του.
1701
01:22:42,041 --> 01:22:44,291
Με αποκαλείτε ψεύτη;
1702
01:22:47,083 --> 01:22:49,500
Ο δρ Γκάντερμπαϊ
παρατηρούσε ακίνητος τον Χάρι.
1703
01:22:49,583 --> 01:22:52,791
Ο Χάρι έκανε ένα βήμα μπροστά.
Τα μάτια του γυάλιζαν.
1704
01:22:53,958 --> 01:22:57,458
-Βρομοαρουραίε της Βεγγάλης.
-"Σκάσε, Χάρι", είπα.
1705
01:22:57,541 --> 01:22:59,791
-Βρομοαρουραίε της Βεγγάλης…
-Σκάσε!
1706
01:22:59,875 --> 01:23:01,333
-Υπανάπτυκτε…
-Σκάσε!
1707
01:23:01,416 --> 01:23:02,291
Σταμάτα!
1708
01:23:05,708 --> 01:23:08,458
Ο γιατρός έφυγε.
Τον ακολούθησα στη βεράντα.
1709
01:23:08,541 --> 01:23:10,666
Τα έχει χάσει, δεν ξέρει τι λέει.
1710
01:23:10,750 --> 01:23:14,041
Διασχίσαμε το σκοτεινό δρομάκι
ως το παλιό Morris του.
1711
01:23:14,125 --> 01:23:14,958
ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΓΙΟΥΤΑ
1712
01:23:15,041 --> 01:23:17,625
Μπήκε μέσα. "Κάνατε ένα θαύμα", είπα.
1713
01:23:17,708 --> 01:23:19,916
-Του σώσατε τη ζωή.
-Δεν νομίζω.
1714
01:23:20,000 --> 01:23:22,750
Μα εσείς… Σας χρωστά τη ζωή του.
1715
01:23:22,833 --> 01:23:25,625
-Σας χρωστά τη ζωή του, γιατρέ.
-Όχι.
1716
01:23:28,208 --> 01:23:29,125
Λυπάμαι.
1717
01:23:30,583 --> 01:23:31,583
Δεν το νομίζω.
1718
01:23:38,875 --> 01:23:41,416
Ο δρ Γκάντερμπαϊ έβαλε μπροστά και έφυγε.
1719
01:23:54,500 --> 01:23:57,916
Ο Νταλ άρχισε να γράφει το "Δηλητήριο"
τον Γενάρη του 1950.
1720
01:23:58,000 --> 01:24:00,833
Έδωσε στον χαρακτήρα του Γουντς το όνομα
1721
01:24:00,916 --> 01:24:05,083
συναδέλφου πιλότου της 80ής μοίρας
που σκοτώθηκε στη μάχη της Αθήνας.
1722
01:24:24,750 --> 01:24:26,291
Ιδού κάποια από τα στοιχεία
1723
01:24:26,375 --> 01:24:28,666
που οφείλεις να διαθέτεις
ή να καλλιεργήσεις,
1724
01:24:28,750 --> 01:24:31,041
αν θες να γίνεις συγγραφέας μυθοπλασίας.
1725
01:24:32,375 --> 01:24:34,750
Πρέπει να έχεις ζωηρή φαντασία.
1726
01:24:36,166 --> 01:24:38,125
Πρέπει να γράφεις καλά.
1727
01:24:38,208 --> 01:24:39,166
Με αυτό εννοώ
1728
01:24:39,250 --> 01:24:43,375
ότι πρέπει να μπορείς να ζωντανέψεις
μια σκηνή στο μυαλό του αναγνώστη.
1729
01:24:43,458 --> 01:24:45,333
Αυτό δεν το καταφέρνουν όλοι.
1730
01:24:45,416 --> 01:24:49,208
Είναι ένα χάρισμα. Είτε το έχεις είτε όχι.
1731
01:24:50,041 --> 01:24:51,375
Πρέπει να έχεις αντοχή.
1732
01:24:51,458 --> 01:24:52,750
Με άλλα λόγια,
1733
01:24:52,833 --> 01:24:56,500
πρέπει να μπορείς να επιμένεις
και να μην εγκαταλείπεις ποτέ.
1734
01:24:57,458 --> 01:24:59,041
Ώρα με την ώρα,
1735
01:25:00,625 --> 01:25:02,166
μέρα με τη μέρα,
1736
01:25:04,166 --> 01:25:05,375
βδομάδα με τη βδομάδα,
1737
01:25:07,291 --> 01:25:09,083
μήνα με τον μήνα,
1738
01:25:10,333 --> 01:25:14,166
χρόνο με τον χρόνο… ξανά και ξανά…
1739
01:25:15,416 --> 01:25:17,833
Πρέπει να είσαι τελειοθήρας.
1740
01:25:18,291 --> 01:25:21,500
Δηλαδή να μην ικανοποιείσαι ποτέ
με αυτό που έγραψες,
1741
01:25:21,583 --> 01:25:26,583
παρά μόνο αν το γράψεις ξανά και ξανά,
κάνοντάς το όσο πιο καλό γίνεται.
1742
01:25:27,458 --> 01:25:29,500
Πρέπει να έχεις αυτοπειθαρχία.
1743
01:25:29,583 --> 01:25:32,791
Δουλεύεις μόνος σου. Δεν έχεις εργοδότη.
1744
01:25:33,791 --> 01:25:37,666
Κανείς δεν θα σε απολύσει
αν δεν πας για δουλειά,
1745
01:25:37,750 --> 01:25:40,166
ούτε θα σε ελέγξει
αν αρχίσεις να τεμπελιάζεις.
1746
01:25:41,000 --> 01:25:44,041
Η καλή αίσθηση του χιούμορ βοηθάει πολύ.
1747
01:25:44,125 --> 01:25:46,875
Δεν είναι απαραίτητη
όταν γράφεις για ενήλικες,
1748
01:25:46,958 --> 01:25:49,083
για τα παιδιά, όμως, είναι καίρια.
1749
01:25:50,333 --> 01:25:51,458
Τέλος…
1750
01:25:54,000 --> 01:25:56,000
Πρέπει να διαθέτεις ταπεινότητα.
1751
01:25:58,208 --> 01:26:00,375
Όποιος θεωρεί το έργο του σπουδαίο
1752
01:26:01,791 --> 01:26:03,000
θα τα βρει μπαστούνια.
1753
01:26:15,041 --> 01:26:20,041
Υποτιτλισμός: Ειρήνη Παπαδάκη
185020
Can't find what you're looking for?
Get subtitles in any language from opensubtitles.com, and translate them here.